Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
πα-ρα-σι-ω-πώ
Μορφολογία
παρασιωπώ ρήμ.
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | παρασιωπώ | παρασιωπούμε |
Β | παρασιωπάς | παρασιωπάτε |
Γ | παρασιωπά | παρασιωπούν |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | παρασιωπώντας |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | παρασιώπησα | παρασιωπήσαμε |
Β | παρασιώπησες | παρασιωπήσατε |
Γ | παρασιώπησε | παρασιώπησαν & παρασιωπήσαν προφ. & παρασιωπήσανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | παρασιωπήσω | παρασιωπήσουμε & παρασιωπήσομε διαλ. |
Β | παρασιωπήσεις | παρασιωπήσετε |
Γ | παρασιωπήσει | παρασιωπήσουν & παρασιωπήσουνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | παρασιώπησε | παρασιωπήσετε & παρασιωπήστε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | παρασιωπήσει |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | παρασιωπούσα | παρασιωπούσαμε |
Β | παρασιωπούσες | παρασιωπούσατε |
Γ | παρασιωπούσε | παρασιωπούσαν & παρασιωπούσανε προφ. |
|
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | παρασιωπώμαι | παρασιωπώμεθα λόγ. & παρασιωπόμαστε προφ. |
Β | παρασιωπάσαι | παρασιωπάσθε λόγ. & παρασιωπάστε προφ. |
Γ | παρασιωπάται | παρασιωπώνται |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Πληθυντικός |
Β | παρασιωπιέστε & παρασιωπάσθε λόγ. |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | παρασιωπώμενος |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | παρασιωπήθηκα | παρασιωπηθήκαμε |
Β | παρασιωπήθηκες | παρασιωπηθήκατε |
Γ | παρασιωπήθηκε | παρασιωπήθηκαν & παρασιωπηθήκαν προφ. & παρασιωπηθήκανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | παρασιωπηθώ | παρασιωπηθούμε |
Β | παρασιωπηθείς | παρασιωπηθείτε |
Γ | παρασιωπηθεί | παρασιωπηθούν & παρασιωπηθούνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | παρασιωπήσου | παρασιωπηθείτε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | παρασιωπηθεί |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | --- | --- |
Β | --- | --- |
Γ | παρασιωπάτο λόγ. | παρασιωπώντο λόγ. |
|
Παρακείμενος-Μετοχή | παρασιωπημένος |
Συνώνυμα - Αντίθετα
παρασιωπώ ρήμ.
Σ: αποσιωπώ
3 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.