Lexiscope: ερχόμενος

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

ερ-χό-με-νος

Morphology

έρχομαι v.

ACTIVE VOICE
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stήρθα & ήλθα learn. ήρθαμε & ήλθαμε learn.
2ndήρθες & ήλθες learn. ήρθατε & ήλθατε learn.
3rdήρθε & ήλθε learn. ήρθαν & ήλθαν learn. & ήλθανε learn. & ήρθανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stέρθω & έλθω learn. έρθουμε & έλθομε learn. & έλθουμε learn. & έρθομε dial.
2ndέρθεις & έλθεις learn. έρθετε & έλθετε learn.
3rdέρθει & έλθει learn. έρθουν & έλθουν learn. & έλθουνε learn. & έρθουνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndέλαελάτε
Simple past-Infinitiveέρθει & έλθει learn.
PASSIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stέρχομαιερχόμαστε
2ndέρχεσαιέρχεστε & ερχόσαστε oral.
3rdέρχεταιέρχονται
Present-Imperative
Plural
2ndέρχεστε
Present-Participleερχόμενος
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stερχόμουν & ερχόμουνα oral. ερχόμασταν & ερχόμαστε
2ndερχόσουν & ερχόσουνα oral. ερχόσασταν & ερχόσαστε oral.
3rdερχόταν & ερχότανε oral. έρχονταν & ερχόντανε oral. & ερχόντουσαν oral.

ερχόμενος pp. pass. pnt.

Masculine
SingularPlural
Nominativeοερχόμενοςοιερχόμενοι
Genitiveτουερχόμενου & ερχομένου learn. τωνερχόμενων & ερχομένων learn.
Accusativeτονερχόμενοτουςερχόμενους & ερχομένους learn.
Vocative ερχόμενε ερχόμενοι
Feminine
SingularPlural
Nominativeηερχόμενη & ερχομένη learn. οιερχόμενες
Genitiveτηςερχόμενης & ερχομένης learn. τωνερχόμενων & ερχομένων learn.
Accusativeτηνερχόμενη & ερχομένη learn. τιςερχόμενες
Vocative ερχόμενη & ερχομένη learn.  ερχόμενες
Neuter
SingularPlural
Nominativeτοερχόμενοταερχόμενα
Genitiveτουερχόμενου & ερχομένου learn. τωνερχόμενων & ερχομένων learn.
Accusativeτοερχόμενοταερχόμενα
Vocative ερχόμενο ερχόμενα

Synonyms - Antonyms

ερχόμενος adj.

Sεπόμενος, προσεχής: η ερχόμενη χρονιά


έρχομαι v.

  1. Sφτάνω1: Τι ώρα έρχεσαι στην Αθήνα; Aφεύγω1
  2. Sεμφανίζομαι1, παρουσιάζομαι1: Δεν έρχεται πια στις συγκεντρώσεις.
  3. Sπροέρχομαι2: Αυτός ο καυτός αέρας έρχεται από την Αφρική.
  4. Sακολουθώ2, έπομαι learn: Μετά το συνέδριο του κόμματος έρχονται εκλογές.
  5. Sπλησιάζω4, προσεγγίζω2: Έλα πιο κοντά.
  6. Sαναδεικνύομαι, βγαίνω5: Ήρθα πρώτος στο διαγώνισμα.

έρχεται

Sεφαρμόζει, πέφτει7: Το παντελόνι σού έρχεται φαρδύ.

έλα

Sκόπιασε, πέρασε

μου ήρθε oral

Sμου κάπνισε oral, μου κατέβηκε oral

EXPR: έρχομαι στα συγκαλά μου, έρχομαι στα χέρια, έρχομαι στο αμήν, έρχεται στο φως, μου 'ρχεται κεραμίδα, μου 'ρχεται ο ουρανός σφοντύλι


3 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.