Lexiscope: ενημερώνω

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

ε-νη-με-ρώ-νω

Morphology

ενημερώνω v.

ACTIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stενημερώνωενημερώνουμε & ενημερώνομε dial.
2ndενημερώνειςενημερώνετε
3rdενημερώνειενημερώνουν & ενημερώνουνε oral.
Present-Imperative
SingularPlural
2ndενημέρωνεενημερώνετε
Present-Participleενημερώνοντας
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stενημέρωσαενημερώσαμε
2ndενημέρωσεςενημερώσατε
3rdενημέρωσεενημέρωσαν & ενημερώσαν oral. & ενημερώσανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stενημερώσωενημερώσουμε & ενημερώσομε dial.
2ndενημερώσειςενημερώσετε
3rdενημερώσειενημερώσουν & ενημερώσουνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndενημέρωσεενημερώσετε & ενημερώστε
Simple past-Infinitiveενημερώσει
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stενημέρωναενημερώναμε
2ndενημέρωνεςενημερώνατε
3rdενημέρωνεενημέρωναν & ενημερώναν oral. & ενημερώνανε oral.
PASSIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stενημερώνομαιενημερωνόμαστε
2ndενημερώνεσαιενημερώνεστε & ενημερωνόσαστε oral.
3rdενημερώνεταιενημερώνονται
Present-Imperative
Plural
2ndενημερώνεστε
Present-Participleενημερούμενος
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stενημερώθηκαενημερωθήκαμε
2ndενημερώθηκεςενημερωθήκατε
3rdενημερώθηκεενημερώθηκαν & ενημερωθήκαν oral. & ενημερωθήκανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stενημερωθώενημερωθούμε
2ndενημερωθείςενημερωθείτε
3rdενημερωθείενημερωθούν & ενημερωθούνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndενημερώσουενημερωθείτε
Simple past-Infinitiveενημερωθεί
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stενημερωνόμουν & ενημερωνόμουνα oral. ενημερωνόμασταν & ενημερωνόμαστε
2ndενημερωνόσουν & ενημερωνόσουνα oral. ενημερωνόσασταν & ενημερωνόσαστε oral.
3rdενημερωνόταν & ενημερωνότανε oral. ενημερώνονταν & ενημερωνόντανε oral. & ενημερωνόντουσαν oral.
Present Perfect-Participleενημερωμένος

Synonyms - Antonyms

ενημερώνω v.

  1. Sπληροφορώ, κατατοπίζω2
  2. Sκάνω ενημέρωση: Ενημέρωσα το βιβλίο εσόδων-εξόδων.

3 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.