Lexiscope: αναλυτικός

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

α-να-λυ-τι-κός

Morphology

αναλυτικός adj.

Masculine
SingularPlural
Nominativeοαναλυτικόςοιαναλυτικοί
Genitiveτουαναλυτικούτωναναλυτικών
Accusativeτοναναλυτικότουςαναλυτικούς
Vocative αναλυτικέ αναλυτικοί
Feminine
SingularPlural
Nominativeηαναλυτικήοιαναλυτικές
Genitiveτηςαναλυτικήςτωναναλυτικών
Accusativeτηναναλυτικήτιςαναλυτικές
Vocative αναλυτική αναλυτικές
Neuter
SingularPlural
Nominativeτοαναλυτικότααναλυτικά
Genitiveτουαναλυτικούτωναναλυτικών
Accusativeτοαναλυτικότααναλυτικά
Vocative αναλυτικό αναλυτικά

αναλυτικότερος adj. comp.

Masculine
SingularPlural
Nominativeοαναλυτικότεροςοιαναλυτικότεροι
Genitiveτουαναλυτικότερουτωναναλυτικότερων
Accusativeτοναναλυτικότεροτουςαναλυτικότερους
Vocative αναλυτικότερε αναλυτικότεροι
Feminine
SingularPlural
Nominativeηαναλυτικότερηοιαναλυτικότερες
Genitiveτηςαναλυτικότερηςτωναναλυτικότερων
Accusativeτηναναλυτικότερητιςαναλυτικότερες
Vocative αναλυτικότερη αναλυτικότερες
Neuter
SingularPlural
Nominativeτοαναλυτικότεροτααναλυτικότερα
Genitiveτουαναλυτικότερουτωναναλυτικότερων
Accusativeτοαναλυτικότεροτααναλυτικότερα
Vocative αναλυτικότερο αναλυτικότερα

αναλυτικότατος adj. sup.

Masculine
SingularPlural
Nominativeοαναλυτικότατοςοιαναλυτικότατοι
Genitiveτουαναλυτικότατουτωναναλυτικότατων
Accusativeτοναναλυτικότατοτουςαναλυτικότατους
Vocative αναλυτικότατε αναλυτικότατοι
Feminine
SingularPlural
Nominativeηαναλυτικότατηοιαναλυτικότατες
Genitiveτηςαναλυτικότατηςτωναναλυτικότατων
Accusativeτηναναλυτικότατητιςαναλυτικότατες
Vocative αναλυτικότατη αναλυτικότατες
Neuter
SingularPlural
Nominativeτοαναλυτικότατοτααναλυτικότατα
Genitiveτουαναλυτικότατουτωναναλυτικότατων
Accusativeτοαναλυτικότατοτααναλυτικότατα
Vocative αναλυτικότατο αναλυτικότατα

αναλυτικός n. masc.

SingularPlural
Nominativeοαναλυτικόςοιαναλυτικοί
Genitiveτουαναλυτικούτωναναλυτικών
Accusativeτοναναλυτικότουςαναλυτικούς
Vocative αναλυτικέ αναλυτικοί

Synonyms - Antonyms

αναλυτικός adj.

  1. Aσυνθετικός1
  2. Sλεπτομερής, διεξοδικός: αναλυτική περιγραφή / αναλυτική βαθμολογία Aαδρομερής, σύντομος3, συνοπτικός

6 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.