Λεξισκόπιο: φαρμακώνω

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

φαρ-μα-κώ-νω

Μορφολογία

φαρμακώνω ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφαρμακώνωφαρμακώνουμε & φαρμακώνομε διαλ.
Βφαρμακώνειςφαρμακώνετε
Γφαρμακώνειφαρμακώνουν & φαρμακώνουνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βφαρμάκωνεφαρμακώνετε
Ενεστώτας-Μετοχήφαρμακώνοντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφαρμάκωσαφαρμακώσαμε
Βφαρμάκωσεςφαρμακώσατε
Γφαρμάκωσεφαρμάκωσαν & φαρμακώσαν προφ. & φαρμακώσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφαρμακώσωφαρμακώσουμε & φαρμακώσομε διαλ.
Βφαρμακώσειςφαρμακώσετε
Γφαρμακώσειφαρμακώσουν & φαρμακώσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βφαρμάκωσεφαρμακώστε
Αόριστος-Απαρέμφατοφαρμακώσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφαρμάκωναφαρμακώναμε
Βφαρμάκωνεςφαρμακώνατε
Γφαρμάκωνεφαρμάκωναν & φαρμακώναν προφ. & φαρμακώνανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφαρμακώνομαιφαρμακωνόμαστε
Βφαρμακώνεσαιφαρμακώνεστε & φαρμακωνόσαστε προφ.
Γφαρμακώνεταιφαρμακώνονται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βφαρμακώνεστε
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφαρμακώθηκαφαρμακωθήκαμε
Βφαρμακώθηκεςφαρμακωθήκατε
Γφαρμακώθηκεφαρμακώθηκαν & φαρμακωθήκαν προφ. & φαρμακωθήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφαρμακωθώφαρμακωθούμε
Βφαρμακωθείςφαρμακωθείτε
Γφαρμακωθείφαρμακωθούν & φαρμακωθούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βφαρμακώσουφαρμακωθείτε
Αόριστος-Απαρέμφατοφαρμακωθεί
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφαρμακωνόμουν & φαρμακωνόμουνα προφ. φαρμακωνόμασταν & φαρμακωνόμαστε
Βφαρμακωνόσουν & φαρμακωνόσουνα προφ. φαρμακωνόσασταν & φαρμακωνόσαστε προφ.
Γφαρμακωνόταν & φαρμακωνότανε προφ. φαρμακώνονταν & φαρμακωνόντανε προφ. & φαρμακωνόντουσαν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήφαρμακωμένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

φαρμακώνω ρήμ. προφ.

  1. Σδηλητηριάζω1
  2. Σπικραίνω, στενοχωρώ, πληγώνω2

6 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.