Λεξισκόπιο: πατάσσω

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

πα-τάσ-σω

Μορφολογία

πατάσσω ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απατάσσωπατάσσουμε & πατάσσομε διαλ.
Βπατάσσειςπατάσσετε
Γπατάσσειπατάσσουν & πατάσσουνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπάτασσεπατάσσετε
Ενεστώτας-Μετοχήπατάσσοντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απάταξαπατάξαμε
Βπάταξεςπατάξατε
Γπάταξεπάταξαν & πατάξαν προφ. & πατάξανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απατάξωπατάξουμε & πατάξομε διαλ.
Βπατάξειςπατάξετε
Γπατάξειπατάξουν & πατάξουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπάταξεπατάξτε
Αόριστος-Απαρέμφατοπατάξει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απάτασσαπατάσσαμε
Βπάτασσεςπατάσσατε
Γπάτασσεπάτασσαν & πατάσσαν προφ. & πατάσσανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απατάσσομαιπατασσόμαστε
Βπατάσσεσαιπατάσσεστε & πατασσόσαστε προφ.
Γπατάσσεταιπατάσσονται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βπατάσσεστε
Ενεστώτας-Μετοχήπατασσόμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απατάχθηκαπαταχθήκαμε
Βπατάχθηκεςπαταχθήκατε
Γπατάχθηκεπατάχθηκαν & παταχθήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απαταχθώπαταχθούμε
Βπαταχθείςπαταχθείτε
Γπαταχθείπαταχθούν & παταχθούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπατάξουπαταχθείτε
Αόριστος-Απαρέμφατοπαταχθεί
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απατασσόμουν & πατασσόμουνα προφ. πατασσόμασταν & πατασσόμαστε
Βπατασσόσουν & πατασσόσουνα προφ. πατασσόσασταν & πατασσόσαστε προφ.
Γπατασσόταν & πατασσότανε προφ. πατάσσονταν & πατασσόντανε προφ. & πατασσόντουσαν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήπαταγμένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

πατάσσω ρήμ. λόγ.

  1. Στιμωρώ2
  2. Σχτυπάω8, καταπολεμάω, εξαλείφω

1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.