Λεξισκόπιο: ήσυχος

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

ή-συ-χος

Μορφολογία

ήσυχος επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοήσυχοςοιήσυχοι
Γενικήτουήσυχουτωνήσυχων
Αιτιατικήτονήσυχοτουςήσυχους
Κλητική ήσυχε ήσυχοι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηήσυχηοιήσυχες
Γενικήτηςήσυχηςτωνήσυχων
Αιτιατικήτηνήσυχητιςήσυχες
Κλητική ήσυχη ήσυχες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοήσυχοταήσυχα
Γενικήτουήσυχουτωνήσυχων
Αιτιατικήτοήσυχοταήσυχα
Κλητική ήσυχο ήσυχα

ησυχότερος επίθ. συγκρ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοησυχότεροςοιησυχότεροι
Γενικήτουησυχότερουτωνησυχότερων
Αιτιατικήτονησυχότεροτουςησυχότερους
Κλητική ησυχότερε ησυχότεροι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηησυχότερηοιησυχότερες
Γενικήτηςησυχότερηςτωνησυχότερων
Αιτιατικήτηνησυχότερητιςησυχότερες
Κλητική ησυχότερη ησυχότερες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοησυχότεροταησυχότερα
Γενικήτουησυχότερουτωνησυχότερων
Αιτιατικήτοησυχότεροταησυχότερα
Κλητική ησυχότερο ησυχότερα

ησυχότατος επίθ. υπερθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοησυχότατοςοιησυχότατοι
Γενικήτουησυχότατουτωνησυχότατων
Αιτιατικήτονησυχότατοτουςησυχότατους
Κλητική ησυχότατε ησυχότατοι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηησυχότατηοιησυχότατες
Γενικήτηςησυχότατηςτωνησυχότατων
Αιτιατικήτηνησυχότατητιςησυχότατες
Κλητική ησυχότατη ησυχότατες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοησυχότατοταησυχότατα
Γενικήτουησυχότατουτωνησυχότατων
Αιτιατικήτοησυχότατοταησυχότατα
Κλητική ησυχότατο ησυχότατα

Συνώνυμα - Αντίθετα

ήσυχος επίθ.

  1. Σήρεμος2, γαλήνιος2: Η θάλασσα ήταν ήσυχη. Αανήσυχος1, ταραγμένος1
  2. Απολύβουος, θορυβώδης1: Ζούμε σε μια ήσυχη επαρχιακή πόλη.
  3. Σφρόνιμος2: Καθίστε ήσυχοι! Αζωηρός4, άτακτος3
  4. Σπράος: ήσυχος άνθρωπος
  5. Σαπερίσπαστος, ξένοιαστος: Μείνε ήσυχος, όλα θα γίνουν.

1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.