Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
φρο-νη-μα-τί-ζω
Μορφολογία
φρονηματίζω ρήμ.
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φρονηματίζω | φρονηματίζουμε & φρονηματίζομε διαλ. |
Β | φρονηματίζεις | φρονηματίζετε |
Γ | φρονηματίζει | φρονηματίζουν & φρονηματίζουνε προφ. |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | φρονημάτιζε | φρονηματίζετε |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | φρονηματίζοντας |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φρονημάτισα | φρονηματίσαμε |
Β | φρονημάτισες | φρονηματίσατε |
Γ | φρονημάτισε | φρονημάτισαν & φρονηματίσανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φρονηματίσω | φρονηματίσουμε & φρονηματίσομε διαλ. |
Β | φρονηματίσεις | φρονηματίσετε |
Γ | φρονηματίσει | φρονηματίσουν & φρονηματίσουνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | φρονημάτισε | φρονηματίσετε & φρονηματίστε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | φρονηματίσει |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φρονημάτιζα | φρονηματίζαμε |
Β | φρονημάτιζες | φρονηματίζατε |
Γ | φρονημάτιζε | φρονημάτιζαν & φρονηματίζανε προφ. |
|
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φρονηματίζομαι | φρονηματιζόμαστε |
Β | φρονηματίζεσαι | φρονηματίζεστε & φρονηματιζόσαστε προφ. |
Γ | φρονηματίζεται | φρονηματίζονται |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Πληθυντικός |
Β | φρονηματίζεστε |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | φρονηματιζόμενος |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φρονηματίστηκα | φρονηματιστήκαμε |
Β | φρονηματίστηκες | φρονηματιστήκατε |
Γ | φρονηματίστηκε | φρονηματίστηκαν & φρονηματιστήκαν προφ. & φρονηματιστήκανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φρονηματιστώ | φρονηματιστούμε |
Β | φρονηματιστείς | φρονηματιστείτε |
Γ | φρονηματιστεί | φρονηματιστούν & φρονηματιστούνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | φρονηματίσου | φρονηματιστείτε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | φρονηματιστεί |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φρονηματιζόμουν & φρονηματιζόμουνα προφ. | φρονηματιζόμασταν & φρονηματιζόμαστε |
Β | φρονηματιζόσουν & φρονηματιζόσουνα προφ. | φρονηματιζόσασταν & φρονηματιζόσαστε προφ. |
Γ | φρονηματιζόταν & φρονηματιζότανε προφ. | φρονηματίζονταν & φρονηματιζόντανε προφ. & φρονηματιζόντουσαν προφ. |
|
Παρακείμενος-Μετοχή | φρονηματισμένος |
Συνώνυμα - Αντίθετα
φρονηματίζω ρήμ.
Σ: συνετίζω1
2 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.