Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
υ-πο-κα-θι-στώ
Μορφολογία
υποκαθιστώ ρήμ.
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | υποκαθιστώ | υποκαθιστούμε & υποκαθιστάμε προφ. |
Β | υποκαθιστάς | υποκαθιστάτε |
Γ | υποκαθιστά | υποκαθιστούν & υποκαθιστάν προφ. & υποκαθιστάνε προφ. & υποκαθιστούνε προφ. |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Πληθυντικός |
Β | υποκαθιστάτε |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | υποκαθιστώντας |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | υποκατέστησα | υποκαταστήσαμε |
Β | υποκατέστησες | υποκαταστήσατε |
Γ | υποκατέστησε | υποκατέστησαν & υποκαταστήσαν προφ. & υποκαταστήσανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | υποκαταστήσω | υποκαταστήσουμε & υποκαταστήσομε διαλ. |
Β | υποκαταστήσεις | υποκαταστήσετε |
Γ | υποκαταστήσει | υποκαταστήσουν & υποκαταστήσουνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | υποκατάστησε | υποκαταστήσετε & υποκαταστήστε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | υποκαταστήσει |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | υποκαθιστούσα | υποκαθιστούσαμε |
Β | υποκαθιστούσες | υποκαθιστούσατε |
Γ | υποκαθιστούσε | υποκαθιστούσαν & υποκαθιστούσανε προφ. |
|
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | υποκαθίσταμαι | υποκαθιστάμεθα λόγ. |
Β | υποκαθίστασαι | υποκαθίστασθε λόγ. |
Γ | υποκαθίσταται | υποκαθίστανται |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Πληθυντικός |
Β | υποκαθίστασθε λόγ. |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | υποκαθιστάμενος |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | υποκαταστάθηκα | υποκατασταθήκαμε |
Β | υποκαταστάθηκες | υποκατασταθήκατε |
Γ | υποκαταστάθηκε | υποκαταστάθηκαν & υποκατασταθήκαν προφ. & υποκατασταθήκανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | υποκατασταθώ | υποκατασταθούμε |
Β | υποκατασταθείς | υποκατασταθείτε |
Γ | υποκατασταθεί | υποκατασταθούν & υποκατασταθούνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | υποκαταστήσου | υποκατασταθείτε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | υποκατασταθεί |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | --- | --- |
Β | --- | --- |
Γ | υποκαθίστατο λόγ. | υποκαθίσταντο λόγ. |
|
Παρακείμενος-Μετοχή | υποκατεστημένος |
Συνώνυμα - Αντίθετα
υποκαθιστώ ρήμ. λόγ.
Σ: αντικαθιστώ2
8 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.