Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
προ-στά-ζω
Μορφολογία
προστάζω ρήμ.
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | προστάζω | προστάζουμε & προστάζομε διαλ. |
Β | προστάζεις | προστάζετε |
Γ | προστάζει | προστάζουν & προστάζουνε προφ. |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | πρόσταζε | προστάζετε |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | προστάζοντας |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | πρόσταξα | προστάξαμε |
Β | πρόσταξες | προστάξατε |
Γ | πρόσταξε | πρόσταξαν & προστάξαν προφ. & προστάξανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | προστάξω | προστάξουμε & προστάξομε διαλ. |
Β | προστάξεις | προστάξετε |
Γ | προστάξει | προστάξουν & προστάξουνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | πρόσταξε | προστάξτε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | προστάξει |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | πρόσταζα | προστάζαμε |
Β | πρόσταζες | προστάζατε |
Γ | πρόσταζε | πρόσταζαν & προστάζαν προφ. & προστάζανε προφ. |
|
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | προστάζομαι | προσταζόμαστε |
Β | προστάζεσαι | προστάζεστε & προσταζόσαστε προφ. |
Γ | προστάζεται | προστάζονται |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
|
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | προστάχτηκα | προσταχτήκαμε |
Β | προστάχτηκες | προσταχτήκατε |
Γ | προστάχτηκε | προστάχτηκαν & προσταχτήκαν προφ. & προσταχτήκανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | προσταχτώ | προσταχτούμε |
Β | προσταχτείς | προσταχτείτε |
Γ | προσταχτεί | προσταχτούν & προσταχτούνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | προστάξου | προσταχτείτε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | προσταχτεί |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | προσταζόμουν & προσταζόμουνα προφ. | προσταζόμασταν & προσταζόμαστε |
Β | προσταζόσουν & προσταζόσουνα προφ. | προσταζόσασταν & προσταζόσαστε προφ. |
Γ | προσταζόταν & προσταζότανε προφ. | προστάζονταν & προσταζόντανε προφ. & προσταζόντουσαν προφ. |
|
Παρακείμενος-Μετοχή | προσταγμένος |
Συνώνυμα - Αντίθετα
προστάζω ρήμ.
- Σ: διατάζω
- Σ: υποχρεώνω, αναγκάζω
7 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.