Λεξισκόπιο: μαγικά

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

μα-γι-κά

Μορφολογία

μαγικά επίρρ.


μαγικό ουσ. ουδ.

ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτομαγικόταμαγικά
Γενικήτουμαγικούτωνμαγικών
Αιτιατικήτομαγικόταμαγικά
Κλητική μαγικό μαγικά

μαγικός επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήομαγικόςοιμαγικοί
Γενικήτουμαγικούτωνμαγικών
Αιτιατικήτομαγικότουςμαγικούς
Κλητική μαγικέ μαγικοί
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήημαγικήοιμαγικές
Γενικήτηςμαγικήςτωνμαγικών
Αιτιατικήτημαγικήτιςμαγικές
Κλητική μαγική μαγικές
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτομαγικόταμαγικά
Γενικήτουμαγικούτωνμαγικών
Αιτιατικήτομαγικόταμαγικά
Κλητική μαγικό μαγικά

μαγικότερος επίθ. συγκρ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήομαγικότεροςοιμαγικότεροι
Γενικήτουμαγικότερουτωνμαγικότερων
Αιτιατικήτομαγικότεροτουςμαγικότερους
Κλητική μαγικότερε μαγικότεροι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήημαγικότερηοιμαγικότερες
Γενικήτηςμαγικότερηςτωνμαγικότερων
Αιτιατικήτημαγικότερητιςμαγικότερες
Κλητική μαγικότερη μαγικότερες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτομαγικότεροταμαγικότερα
Γενικήτουμαγικότερουτωνμαγικότερων
Αιτιατικήτομαγικότεροταμαγικότερα
Κλητική μαγικότερο μαγικότερα

Συνώνυμα - Αντίθετα

μαγικά ουσ.

Σμάγια, μαγγανείες


μαγικός επίθ.

Σμαγευτικός: μαγικές νύχτες


3 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.