Λεξισκόπιο: θολός

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

θο-λός

Μορφολογία

θολός επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοθολόςοιθολοί
Γενικήτουθολούτωνθολών
Αιτιατικήτοθολότουςθολούς
Κλητική θολέ θολοί
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηθολήοιθολές
Γενικήτηςθολήςτωνθολών
Αιτιατικήτηθολήτιςθολές
Κλητική θολή θολές
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοθολόταθολά
Γενικήτουθολούτωνθολών
Αιτιατικήτοθολόταθολά
Κλητική θολό θολά

θολότερος επίθ. συγκρ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοθολότεροςοιθολότεροι
Γενικήτουθολότερουτωνθολότερων
Αιτιατικήτοθολότεροτουςθολότερους
Κλητική θολότερε θολότεροι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηθολότερηοιθολότερες
Γενικήτηςθολότερηςτωνθολότερων
Αιτιατικήτηθολότερητιςθολότερες
Κλητική θολότερη θολότερες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοθολότεροταθολότερα
Γενικήτουθολότερουτωνθολότερων
Αιτιατικήτοθολότεροταθολότερα
Κλητική θολότερο θολότερα

θολότατος επίθ. υπερθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοθολότατοςοιθολότατοι
Γενικήτουθολότατουτωνθολότατων
Αιτιατικήτοθολότατοτουςθολότατους
Κλητική θολότατε θολότατοι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηθολότατηοιθολότατες
Γενικήτηςθολότατηςτωνθολότατων
Αιτιατικήτηθολότατητιςθολότατες
Κλητική θολότατη θολότατες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοθολότατοταθολότατα
Γενικήτουθολότατουτωνθολότατων
Αιτιατικήτοθολότατοταθολότατα
Κλητική θολότατο θολότατα

Συνώνυμα - Αντίθετα

θολός επίθ.

  1. Σθολερός λόγ., θαμπός1: θολό νερό Αδιαυγής1, διάφανος1
  2. Σανέκφραστος1: θολό βλέμμα Αεκφραστικός1, ζωηρός1, έντονος3
  3. Σσκοτεινός1, μουντός1: θολό πρωινό Αφωτεινός1
  4. Σασαφής, αόριστος2: θολές αναμνήσεις

6 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.