Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
ζουρ-λαί-νω
Μορφολογία
ζουρλαίνω ρήμ.
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | ζουρλαίνω | ζουρλαίνουμε & ζουρλαίνομε διαλ. |
Β | ζουρλαίνεις | ζουρλαίνετε |
Γ | ζουρλαίνει | ζουρλαίνουν & ζουρλαίνουνε προφ. |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | ζούρλαινε | ζουρλαίνετε |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | ζουρλαίνοντας |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | ζούρλανα | ζουρλάναμε |
Β | ζούρλανες | ζουρλάνατε |
Γ | ζούρλανε | ζούρλαναν & ζουρλάναν προφ. & ζουρλάνανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | ζουρλάνω | ζουρλάνουμε & ζουρλάνομε διαλ. |
Β | ζουρλάνεις | ζουρλάνετε |
Γ | ζουρλάνει | ζουρλάνουν & ζουρλάνουνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | ζούρλανε | ζουρλάντε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | ζουρλάνει |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | ζούρλαινα | ζουρλαίναμε |
Β | ζούρλαινες | ζουρλαίνατε |
Γ | ζούρλαινε | ζούρλαιναν & ζουρλαίναν προφ. & ζουρλαίνανε προφ. |
|
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | ζουρλαίνομαι | ζουρλαινόμαστε |
Β | ζουρλαίνεσαι | ζουρλαίνεστε & ζουρλαινόσαστε προφ. |
Γ | ζουρλαίνεται | ζουρλαίνονται |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Πληθυντικός |
Β | ζουρλαίνεστε |
|
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | ζουρλάθηκα | ζουρλαθήκαμε |
Β | ζουρλάθηκες | ζουρλαθήκατε |
Γ | ζουρλάθηκε | ζουρλάθηκαν & ζουρλαθήκαν προφ. & ζουρλαθήκανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | ζουρλαθώ | ζουρλαθούμε |
Β | ζουρλαθείς | ζουρλαθείτε |
Γ | ζουρλαθεί | ζουρλαθούν & ζουρλαθούνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | ζουρλαθεί |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | ζουρλαινόμουν & ζουρλαινόμουνα προφ. | ζουρλαινόμασταν & ζουρλαινόμαστε |
Β | ζουρλαινόσουν & ζουρλαινόσουνα προφ. | ζουρλαινόσασταν & ζουρλαινόσαστε προφ. |
Γ | ζουρλαινόταν & ζουρλαινότανε προφ. | ζουρλαίνονταν & ζουρλαινόντανε προφ. & ζουρλαινόντουσαν προφ. |
|
Παρακείμενος-Μετοχή | ζουρλαμένος |
Συνώνυμα - Αντίθετα
ζουρλαίνω ρήμ. λαϊκ.
- Σ: τρελαίνω1, μουρλαίνω λαϊκ., παλαβώνω1, λωλαίνω προφ.
- Σ: ξετρελαίνω, ξεμυαλίζω, ξελογιάζω
3 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.