Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
γρή-γο-ρα
Μορφολογία
γρήγορα & προφ. γλήγορα επίρρ.
γρηγορότερα & προφ. γληγορότερα επίρρ. συγκρ.
γρηγορότατα & προφ. γληγορότατα επίρρ. υπερθ.
γρήγορος επίθ.
Αρσενικό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | ο | γρήγορος & γλήγορος προφ. | οι | γρήγοροι & γλήγοροι προφ. |
Γενική | του | γρήγορου & γλήγορου προφ. | των | γρήγορων & γλήγορων προφ. |
Αιτιατική | το | γρήγορο & γλήγορο προφ. | τους | γρήγορους & γλήγορους προφ. |
Κλητική | | γρήγορε & γλήγορε προφ. | | γρήγοροι & γλήγοροι προφ. |
|
Θηλυκό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | η | γρήγορη & γλήγορη προφ. | οι | γρήγορες & γλήγορες προφ. |
Γενική | της | γρήγορης & γλήγορης προφ. | των | γρήγορων & γλήγορων προφ. |
Αιτιατική | τη | γρήγορη & γλήγορη προφ. | τις | γρήγορες & γλήγορες προφ. |
Κλητική | | γρήγορη & γλήγορη προφ. | | γρήγορες & γλήγορες προφ. |
|
Ουδέτερο |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | το | γρήγορο & γλήγορο προφ. | τα | γρήγορα & γλήγορα προφ. |
Γενική | του | γρήγορου & γλήγορου προφ. | των | γρήγορων & γλήγορων προφ. |
Αιτιατική | το | γρήγορο & γλήγορο προφ. | τα | γρήγορα & γλήγορα προφ. |
Κλητική | | γρήγορο & γλήγορο προφ. | | γρήγορα & γλήγορα προφ. |
|
γρηγορότερος επίθ. συγκρ.
Αρσενικό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | ο | γρηγορότερος & γληγορότερος προφ. | οι | γρηγορότεροι & γληγορότεροι προφ. |
Γενική | του | γρηγορότερου & γληγορότερου προφ. | των | γρηγορότερων & γληγορότερων προφ. |
Αιτιατική | το | γρηγορότερο & γληγορότερο προφ. | τους | γρηγορότερους & γληγορότερους προφ. |
Κλητική | | γρηγορότερε & γληγορότερε προφ. | | γρηγορότεροι & γληγορότεροι προφ. |
|
Θηλυκό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | η | γρηγορότερη & γληγορότερη προφ. | οι | γρηγορότερες & γληγορότερες προφ. |
Γενική | της | γρηγορότερης & γληγορότερης προφ. | των | γρηγορότερων & γληγορότερων προφ. |
Αιτιατική | τη | γρηγορότερη & γληγορότερη προφ. | τις | γρηγορότερες & γληγορότερες προφ. |
Κλητική | | γρηγορότερη & γληγορότερη προφ. | | γρηγορότερες & γληγορότερες προφ. |
|
Ουδέτερο |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | το | γρηγορότερο & γληγορότερο προφ. | τα | γρηγορότερα & γληγορότερα προφ. |
Γενική | του | γρηγορότερου & γληγορότερου προφ. | των | γρηγορότερων & γληγορότερων προφ. |
Αιτιατική | το | γρηγορότερο & γληγορότερο προφ. | τα | γρηγορότερα & γληγορότερα προφ. |
Κλητική | | γρηγορότερο & γληγορότερο προφ. | | γρηγορότερα & γληγορότερα προφ. |
|
γρηγορότατος επίθ. υπερθ.
Αρσενικό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | ο | γρηγορότατος & γληγορότατος προφ. | οι | γρηγορότατοι & γληγορότατοι προφ. |
Γενική | του | γρηγορότατου & γληγορότατου προφ. | των | γρηγορότατων & γληγορότατων προφ. |
Αιτιατική | το | γρηγορότατο & γληγορότατο προφ. | τους | γρηγορότατους & γληγορότατους προφ. |
Κλητική | | γρηγορότατε & γληγορότατε προφ. | | γρηγορότατοι & γληγορότατοι προφ. |
|
Θηλυκό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | η | γρηγορότατη & γληγορότατη προφ. | οι | γρηγορότατες & γληγορότατες προφ. |
Γενική | της | γρηγορότατης & γληγορότατης προφ. | των | γρηγορότατων & γληγορότατων προφ. |
Αιτιατική | τη | γρηγορότατη & γληγορότατη προφ. | τις | γρηγορότατες & γληγορότατες προφ. |
Κλητική | | γρηγορότατη & γληγορότατη προφ. | | γρηγορότατες & γληγορότατες προφ. |
|
Ουδέτερο |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | το | γρηγορότατο & γληγορότατο προφ. | τα | γρηγορότατα & γληγορότατα προφ. |
Γενική | του | γρηγορότατου & γληγορότατου προφ. | των | γρηγορότατων & γληγορότατων προφ. |
Αιτιατική | το | γρηγορότατο & γληγορότατο προφ. | τα | γρηγορότατα & γληγορότατα προφ. |
Κλητική | | γρηγορότατο & γληγορότατο προφ. | | γρηγορότατα & γληγορότατα προφ. |
|
Συνώνυμα - Αντίθετα
γρήγορα επίρρ.
- Σ: ταχέως λόγ.: Κινείται γρήγορα. Α: αργά1
- Σ: βιαστικά: Έφυγε γρήγορα για να προλάβει.
- Σ: αμέσως1, πάραυτα λόγ.: Έλα εδώ γρήγορα!
- Σ: σύντομα1, προσεχώς: Γρήγορα θα ιδωθούμε.
γρήγορος επίθ.
- Σ: γοργοκίνητος: γρήγορο τρένο Α: αργοκίνητος1
- Σ: ταχύς λόγ.: γρήγορος ρυθμός Α: βραδύς λόγ.
- Σ: βιαστικός3: γρήγορο πέρασμα
- Σ: σβέλτος2: Είναι γρήγορος στη δουλειά του. Α: αργός
ΕΚΦ: στα γρήγορα
10 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.