Λεξισκόπιο: απλοϊκός

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

α-πλο-ϊ-κός

Μορφολογία

απλοϊκός επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοαπλοϊκόςοιαπλοϊκοί
Γενικήτουαπλοϊκούτωναπλοϊκών
Αιτιατικήτοναπλοϊκότουςαπλοϊκούς
Κλητική απλοϊκέ απλοϊκοί
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηαπλοϊκήοιαπλοϊκές
Γενικήτηςαπλοϊκήςτωναπλοϊκών
Αιτιατικήτηναπλοϊκήτιςαπλοϊκές
Κλητική απλοϊκή απλοϊκές
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοαπλοϊκότααπλοϊκά
Γενικήτουαπλοϊκούτωναπλοϊκών
Αιτιατικήτοαπλοϊκότααπλοϊκά
Κλητική απλοϊκό απλοϊκά

απλοϊκότερος επίθ. συγκρ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοαπλοϊκότεροςοιαπλοϊκότεροι
Γενικήτουαπλοϊκότερουτωναπλοϊκότερων
Αιτιατικήτοναπλοϊκότεροτουςαπλοϊκότερους
Κλητική απλοϊκότερε απλοϊκότεροι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηαπλοϊκότερηοιαπλοϊκότερες
Γενικήτηςαπλοϊκότερηςτωναπλοϊκότερων
Αιτιατικήτηναπλοϊκότερητιςαπλοϊκότερες
Κλητική απλοϊκότερη απλοϊκότερες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοαπλοϊκότεροτααπλοϊκότερα
Γενικήτουαπλοϊκότερουτωναπλοϊκότερων
Αιτιατικήτοαπλοϊκότεροτααπλοϊκότερα
Κλητική απλοϊκότερο απλοϊκότερα

απλοϊκότατος επίθ. υπερθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοαπλοϊκότατοςοιαπλοϊκότατοι
Γενικήτουαπλοϊκότατουτωναπλοϊκότατων
Αιτιατικήτοναπλοϊκότατοτουςαπλοϊκότατους
Κλητική απλοϊκότατε απλοϊκότατοι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηαπλοϊκότατηοιαπλοϊκότατες
Γενικήτηςαπλοϊκότατηςτωναπλοϊκότατων
Αιτιατικήτηναπλοϊκότατητιςαπλοϊκότατες
Κλητική απλοϊκότατη απλοϊκότατες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοαπλοϊκότατοτααπλοϊκότατα
Γενικήτουαπλοϊκότατουτωναπλοϊκότατων
Αιτιατικήτοαπλοϊκότατοτααπλοϊκότατα
Κλητική απλοϊκότατο απλοϊκότατα

Συνώνυμα - Αντίθετα

απλοϊκός επίθ.

  1. Σαφελής2, αγαθός4
  2. Συπεραπλουστευμένος: απλοϊκές ερμηνείες

2 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.