Λεξισκόπιο: αντιμιλάω

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

α-ντι-μι-λά-ω

Μορφολογία

αντιμιλάω ρήμ. μόνο ενεργητική

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ααντιμιλώ & αντιμιλάω προφ. αντιμιλάμε & αντιμιλούμε
Βαντιμιλάςαντιμιλάτε
Γαντιμιλά & αντιμιλάει προφ. αντιμιλούν & αντιμιλάν προφ. & αντιμιλάνε προφ. & αντιμιλούνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βαντιμίλα προφ. & αντιμίλαγε προφ. αντιμιλάτε
Ενεστώτας-Μετοχήαντιμιλώντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ααντιμίλησααντιμιλήσαμε
Βαντιμίλησεςαντιμιλήσατε
Γαντιμίλησεαντιμίλησαν & αντιμιλήσαν προφ. & αντιμιλήσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ααντιμιλήσωαντιμιλήσουμε & αντιμιλήσομε διαλ.
Βαντιμιλήσειςαντιμιλήσετε
Γαντιμιλήσειαντιμιλήσουν & αντιμιλήσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βαντιμίλησε & αντιμίλα προφ. αντιμιλήσετε & αντιμιλήστε
Αόριστος-Απαρέμφατοαντιμιλήσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ααντιμιλούσα & αντιμίλαγα προφ. αντιμιλούσαμε & αντιμιλάγαμε προφ.
Βαντιμιλούσες & αντιμίλαγες προφ. αντιμιλούσατε & αντιμιλάγατε προφ.
Γαντιμιλούσε & αντιμίλαγε προφ. αντιμιλούσαν & αντιμίλαγαν προφ. & αντιμιλάγαν προφ. & αντιμιλάγανε προφ. & αντιμιλούσανε προφ.

Συνώνυμα - Αντίθετα

αντιμιλάω ρήμ.

Σαυθαδιάζω, βγάζω γλώσσα προφ.


2 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.