Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
α-λω-νί-ζω
Μορφολογία
αλωνίζω ρήμ.
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αλωνίζω | αλωνίζουμε & αλωνίζομε διαλ. |
Β | αλωνίζεις | αλωνίζετε |
Γ | αλωνίζει | αλωνίζουν & αλωνίζουνε προφ. |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | αλώνιζε | αλωνίζετε |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | αλωνίζοντας |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αλώνισα | αλωνίσαμε |
Β | αλώνισες | αλωνίσατε |
Γ | αλώνισε | αλώνισαν & αλωνίσαν προφ. & αλωνίσανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αλωνίσω | αλωνίσουμε & αλωνίσομε διαλ. |
Β | αλωνίσεις | αλωνίσετε |
Γ | αλωνίσει | αλωνίσουν & αλωνίσουνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | αλώνισε | αλωνίστε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | αλωνίσει |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αλώνιζα | αλωνίζαμε |
Β | αλώνιζες | αλωνίζατε |
Γ | αλώνιζε | αλώνιζαν & αλωνίζαν προφ. & αλωνίζανε προφ. |
|
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αλωνίζομαι | αλωνιζόμαστε |
Β | αλωνίζεσαι | αλωνίζεστε & αλωνιζόσαστε προφ. |
Γ | αλωνίζεται | αλωνίζονται |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
|
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αλωνίστηκα | αλωνιστήκαμε |
Β | αλωνίστηκες | αλωνιστήκατε |
Γ | αλωνίστηκε | αλωνίστηκαν & αλωνιστήκαν προφ. & αλωνιστήκανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αλωνιστώ | αλωνιστούμε |
Β | αλωνιστείς | αλωνιστείτε |
Γ | αλωνιστεί | αλωνιστούν & αλωνιστούνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | αλωνίσου | αλωνιστείτε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | αλωνιστεί |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αλωνιζόμουν & αλωνιζόμουνα προφ. | αλωνιζόμασταν & αλωνιζόμαστε |
Β | αλωνιζόσουν & αλωνιζόσουνα προφ. | αλωνιζόσασταν & αλωνιζόσαστε προφ. |
Γ | αλωνιζόταν & αλωνιζότανε προφ. | αλωνίζονταν & αλωνιζόντανε προφ. & αλωνιζόντουσαν προφ. |
|
Παρακείμενος-Μετοχή | αλωνισμένος |
Συνώνυμα - Αντίθετα
αλωνίζω ρήμ.
- Σ: περιφέρομαι1, τριγυρίζω1, οργώνω2: Αλώνισα όλη την Αθήνα.
- Σ: οργιάζω2, δρω ανεξέλεγκτα: Οι συμμορίες αλωνίζουν.
1 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.