Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
α-γνο-ώ
Μορφολογία
αγνοώ ρήμ.
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αγνοώ | αγνοούμε |
Β | αγνοείς | αγνοείτε |
Γ | αγνοεί | αγνοούν & αγνοούνε προφ. |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | αγνοώντας |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αγνόησα | αγνοήσαμε |
Β | αγνόησες | αγνοήσατε |
Γ | αγνόησε | αγνόησαν & αγνοήσανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αγνοήσω | αγνοήσουμε & αγνοήσομε διαλ. |
Β | αγνοήσεις | αγνοήσετε |
Γ | αγνοήσει | αγνοήσουν & αγνοήσουνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | αγνόησε | αγνοήσετε & αγνοήστε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | αγνοήσει |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αγνοούσα | αγνοούσαμε |
Β | αγνοούσες | αγνοούσατε |
Γ | αγνοούσε | αγνοούσαν & αγνοούσανε προφ. |
|
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αγνοούμαι | αγνοούμαστε προφ. |
Β | αγνοείσαι | αγνοείστε |
Γ | αγνοείται | αγνοούνται |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | αγνοούμενος |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αγνοήθηκα | αγνοηθήκαμε |
Β | αγνοήθηκες | αγνοηθήκατε |
Γ | αγνοήθηκε | αγνοήθηκαν & αγνοηθήκανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αγνοηθώ | αγνοηθούμε |
Β | αγνοηθείς | αγνοηθείτε |
Γ | αγνοηθεί | αγνοηθούν & αγνοηθούνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | αγνοήσου | αγνοηθείτε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | αγνοηθεί |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αγνοούμουν προφ. | αγνοούμασταν προφ. & αγνοούμαστε προφ. |
Β | --- | --- |
Γ | αγνοείτο λόγ. & αγνοούνταν προφ. | αγνοούντο λόγ. & αγνοούνταν προφ. |
|
Παρακείμενος-Μετοχή | αγνοημένος |
Συνώνυμα - Αντίθετα
αγνοώ ρήμ.
- Σ: έχω άγνοια, δεν ξέρω: Αγνοώ πώς έγινε το συμβάν, δεν ήμουν παρών. Α: γνωρίζω1, κατέχω2
- Σ: παραβλέπω2, αδιαφορώ2, αψηφάω: Είναι πολύ σοβαρό θέμα για να το αγνοήσουμε. Α: ενδιαφέρομαι
- Σ: περιφρονώ2, σνομπάρω, φτύνω προφ., γράφω13 προφ.: Με αγνοεί συστηματικά.
1 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.