Lexiscope: υπομνηματίζω

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

υ-πο-μνη-μα-τί-ζω

Morphology

υπομνηματίζω v.

ACTIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stυπομνηματίζωυπομνηματίζουμε & υπομνηματίζομε dial.
2ndυπομνηματίζειςυπομνηματίζετε
3rdυπομνηματίζειυπομνηματίζουν & υπομνηματίζουνε oral.
Present-Imperative
SingularPlural
2ndυπομνημάτιζευπομνηματίζετε
Present-Participleυπομνηματίζοντας
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stυπομνημάτισαυπομνηματίσαμε
2ndυπομνημάτισεςυπομνηματίσατε
3rdυπομνημάτισευπομνημάτισαν & υπομνηματίσανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stυπομνηματίσωυπομνηματίσουμε & υπομνηματίσομε dial.
2ndυπομνηματίσειςυπομνηματίσετε
3rdυπομνηματίσειυπομνηματίσουν & υπομνηματίσουνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndυπομνημάτισευπομνηματίσετε & υπομνηματίστε
Simple past-Infinitiveυπομνηματίσει
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stυπομνημάτιζαυπομνηματίζαμε
2ndυπομνημάτιζεςυπομνηματίζατε
3rdυπομνημάτιζευπομνημάτιζαν & υπομνηματίζανε oral.
PASSIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stυπομνηματίζομαιυπομνηματιζόμαστε
2ndυπομνηματίζεσαιυπομνηματίζεστε & υπομνηματιζόσαστε oral.
3rdυπομνηματίζεταιυπομνηματίζονται
Present-Imperative
Plural
2ndυπομνηματίζεστε
Present-Participleυπομνηματιζόμενος
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stυπομνηματίστηκα & υπομνηματίσθηκα learn. υπομνηματιστήκαμε & υπομνηματισθήκαμε learn.
2ndυπομνηματίστηκες & υπομνηματίσθηκες learn. υπομνηματιστήκατε & υπομνηματισθήκατε learn.
3rdυπομνηματίστηκε & υπομνηματίσθηκε learn. υπομνηματίστηκαν & υπομνηματίσθηκαν learn. & υπομνηματιστήκανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stυπομνηματιστώ & υπομνηματισθώ learn. υπομνηματιστούμε & υπομνηματισθούμε learn.
2ndυπομνηματιστείς & υπομνηματισθείς learn. υπομνηματιστείτε & υπομνηματισθείτε learn.
3rdυπομνηματιστεί & υπομνηματισθεί learn. υπομνηματιστούν & υπομνηματισθούν learn. & υπομνηματισθούνε learn. & υπομνηματιστούνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndυπομνηματίσουυπομνηματιστείτε & υπομνηματισθείτε learn.
Simple past-Infinitiveυπομνηματιστεί & υπομνηματισθεί learn.
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stυπομνηματιζόμουν & υπομνηματιζόμουνα oral. υπομνηματιζόμασταν & υπομνηματιζόμαστε
2ndυπομνηματιζόσουν & υπομνηματιζόσουνα oral. υπομνηματιζόσασταν & υπομνηματιζόσαστε oral.
3rdυπομνηματιζόταν & υπομνηματιζότανε oral. υπομνηματίζονταν & υπομνηματιζόντανε oral. & υπομνηματιζόντουσαν oral.
Present Perfect-Participleυπομνηματισμένος

Synonyms - Antonyms

υπομνηματίζω v.

Sσχολιάζω1


4 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.