Lexiscope: σχεδιάζω

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

σχε-δι-ά-ζω

Morphology

σχεδιάζω v.

ACTIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stσχεδιάζωσχεδιάζουμε & σχεδιάζομε dial.
2ndσχεδιάζειςσχεδιάζετε
3rdσχεδιάζεισχεδιάζουν & σχεδιάζουνε oral.
Present-Imperative
SingularPlural
2ndσχεδίαζεσχεδιάζετε
Present-Participleσχεδιάζοντας
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stσχεδίασασχεδιάσαμε
2ndσχεδίασεςσχεδιάσατε
3rdσχεδίασεσχεδίασαν & σχεδιάσαν oral. & σχεδιάσανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stσχεδιάσωσχεδιάσουμε & σχεδιάσομε dial.
2ndσχεδιάσειςσχεδιάσετε
3rdσχεδιάσεισχεδιάσουν & σχεδιάσουνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndσχεδίασεσχεδιάστε
Simple past-Infinitiveσχεδιάσει
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stσχεδίαζασχεδιάζαμε
2ndσχεδίαζεςσχεδιάζατε
3rdσχεδίαζεσχεδίαζαν & σχεδιάζαν oral. & σχεδιάζανε oral.
PASSIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stσχεδιάζομαισχεδιαζόμαστε
2ndσχεδιάζεσαισχεδιάζεστε & σχεδιαζόσαστε oral.
3rdσχεδιάζεταισχεδιάζονται
Present-Imperative
Plural
2ndσχεδιάζεστε
Present-Participleσχεδιαζόμενος
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stσχεδιάστηκα & σχεδιάσθηκα learn. σχεδιαστήκαμε & σχεδιασθήκαμε learn.
2ndσχεδιάστηκες & σχεδιάσθηκες learn. σχεδιαστήκατε & σχεδιασθήκατε learn.
3rdσχεδιάστηκε & σχεδιάσθηκε learn. σχεδιάστηκαν & σχεδιάσθηκαν learn. & σχεδιαστήκαν oral. & σχεδιαστήκανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stσχεδιαστώ & σχεδιασθώ learn. σχεδιαστούμε & σχεδιασθούμε learn.
2ndσχεδιαστείς & σχεδιασθείς learn. σχεδιαστείτε & σχεδιασθείτε learn.
3rdσχεδιαστεί & σχεδιασθεί learn. σχεδιαστούν & σχεδιασθούν learn. & σχεδιασθούνε learn. & σχεδιαστούνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndσχεδιάσουσχεδιαστείτε & σχεδιασθείτε learn.
Simple past-Infinitiveσχεδιαστεί & σχεδιασθεί learn.
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stσχεδιαζόμουν & σχεδιαζόμουνα oral. σχεδιαζόμασταν & σχεδιαζόμαστε
2ndσχεδιαζόσουν & σχεδιαζόσουνα oral. σχεδιαζόσασταν & σχεδιαζόσαστε oral.
3rdσχεδιαζόταν & σχεδιαζότανε oral. σχεδιάζονταν & σχεδιαζόντανε oral. & σχεδιαζόντουσαν oral.
Present Perfect-Participleσχεδιασμένος

Synonyms - Antonyms

σχεδιάζω v.

  1. Sζωγραφίζω1
  2. Sσκιτσάρω1, ιχνογραφώ
  3. Sπρογραμματίζω1, ετοιμάζω1
  4. Sλογαριάζω3, σκοπεύω1: Τι σχεδιάζεις να κάνεις;

2 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.