Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.
Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.
Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.
Insert any Greek word below, and press Search.
Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.
πρό-γο-νοι
πρόγονος n. masc.
|
πρόγονος n.
S: προπάτορας2
πρόγονοι
S: παππούδες
προ- [pro]
πρό- [pró] όταν ο τόνος ανεβαίνει στο αʹ συστατικό
Προέρχεται από την αρχαία πρόθεση προ.
1. Έξω ή μπροστά
Το προ- σχηματίζει ουσιαστικά που δηλώνουν ότι κάτι βρίσκεται τοποθετημένο έξω ή μπροστά από κάτι άλλο. Για παράδειγμα, το προάστιο είναι η περιοχή που βρίσκεται λίγο έξω από την πόλη.
2. Ανώτερη θέση
Το προ- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν κάτι που είναι πιο σημαντικό ή καλύτερο σε σχέση με άλλα όμοια. Για παράδειγμα, όταν προτιμάμε κάτι το επιλέγουμε ως καλύτερο ανάμεσα σε άλλα· όταν ένα θέμα προέχει είναι πολύ σημαντικό.
προαγωγή | προάγω |
προβάδισμα | προβιβάζω |
πρόκριση | προέχει |
πρόοδος | προκρίνω |
προτίμηση | προοδεύω |
προτιμάω/-ώ |
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΗ ΣΗΜΑΣΙΑ
•Ορισμένες λέξεις με το προ- δηλώνουν ανώτερη θέση σε μια ιεραρχία. Για παράδειγμα, ο προϊστάμενος είναι ο ανώτερος υπάλληλος σε μια υπηρεσία.
3. Από πριν
Το προ- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν ότι κάτι γίνεται νωρίτερα, πριν από κάτι άλλο που λαμβάνεται ως χρονικό όριο. Για παράδειγμα, η προϋπηρεσία είναι η προηγούμενη εμπειρία που έχει κάποιος σε αντίστοιχη θέση εργασίας με αυτή που κατέχει τώρα ή που διεκδικεί.
προάγγελος | προαιώνιος, -α, -ο | προαισθάνομαι | πρόπερσι |
προαγορά | προγαμιαίος, -α, -ο | προβλέπω | προχθές |
προαίσθημα | προεόρτιος, -α, -ο | προγυμνάζω | |
πρόγευση | προμαγειρεμένος, -η, -ο | προδιαγράφω | |
πρόγνωση | προπτυχιακός, -ή, -ό | προειδοποιώ | |
πρόγονος | προτελευταίος, -α, -ο | προεξοφλώ | |
προγύμναση | προτηγανισμένος, -η, -ο | προκαταβάλλω | |
προεγγραφή | |||
προειδοποίηση | |||
προεξόφληση | |||
προκαταβολή | |||
προκάτοχος | |||
προπάππους, προγιαγιά | |||
προπαραμονή | |||
προσύμφωνο | |||
προϋπηρεσία |
ΑΝΤ Τα αντίθετα σε αυτή τη σημασία σχηματίζονται με το μετα-* (π.χ. προεόρτιος ≠ μεθεόρτιος, προπτυχιακός ≠ μεταπτυχιακός).
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΗ ΣΗΜΑΣΙΑ
•Ορισμένες λέξεις με το προ- αναφέρονται σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές ή ιστορικές περιόδους. Για παράδειγμα, τα παιδιά που δεν πηγαίνουν ακόμη σχολείο είναι σε προσχολική ηλικία.
Προέλληνες | προεφηβικός, -ή, -ό |
προϊστορία | προϊστορικός, -ή, -ό |
προπολεμικός, -ή, -ό | |
προσχολικός, -ή, -ό | |
προσωκρατικός, -ή, -ό |
✔ Μερικές φορές, στον προφορικό λόγο, το προ- χρησιμοποιείται σε επανάληψη για να δηλώσει την αμέσως προηγούμενη χρονική βαθμίδα (π.χ. προπρογιαγιά, προπροπαραμονή, προπροτελευταίος).
-γον-
Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -γον- αναφέρονται στη δημιουργία κάποιου πράγματος ή φαινομένου.Το συστατικό -γον- προέρχεται από το αρχαίο ρήμα γίγνομαι (= γίνομαι) (πρβ. γόνος). Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:
Ρήματα
-γονώ [γonó]
Για παράδειγμα, το φως του ήλιου ζωογονεί τη φύση, δηλαδή της δίνει ζωή.
Ουσιαστικά
-γόνηση [γónisi] (σπάνια χρήση)
Για παράδειγμα, η αναζωογόνηση είναι η ενέργεια και το αποτέλεσμα του αναζωογονώ.
-γονία [γonía]
Για παράδειγμα, η κοσμογονία είναι η δημιουργία του κόσμου, του σύμπαντος.
⇨ Από την ίδια ρίζα έχει σχηματιστεί και το βʹ συστατικό -γένεση*.
-γόνο [γóno]
(επιστημ.) Πρόκειται για λέξεις της βιολογίας και της χημείας.
-γονος [γonos]
Για παράδειγμα, οι πρόγονοί μας είναι αυτοί που έζησαν πριν από μας και από τους οποίους καταγόμαστε.
Επίθετα
-γονικός [γonikós], -γονική, -γονικό
Για παράδειγμα, το πατρογονικό σπίτι είναι το σπίτι που ανήκει στους γονείς, στην οικογένεια.
-γονος [γonos], -γονη, -γονο
Για παράδειγμα, αρχέγονο φως είναι το πρώτο φως, το φως που αναφέρεται στην αρχή της δημιουργίας του σύμπαντος.
-γόνος [γónos], -γόνος/-γόνα, -γόνο
Για παράδειγμα, καρκινογόνα είναι η ουσία που μπορεί να προκαλέσει καρκίνο.
⇨ Από την ίδια ρίζα έχει σχηματιστεί και το βʹ συστατικό -γενής*.
5 of 10
For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.
Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΣΗΜΑΣΙΕΣ
•Ορισμένες λέξεις με το προ- δηλώνουν ότι κάτι βγαίνει προς τα έξω, ξεπερνά τα όριά του (π.χ. προεκτείνω) ή γίνεται δημόσια γνωστό (π.χ. προκηρύσσω).
προβολή
προβάλλω
προέκταση
προεκτείνω
προεξοχή
προελαύνω
προκήρυξη
προεξέχω
προώθηση
προκηρύσσω
προτάσσω
προχωρώ
προωθώ
• (ιατρ.) Στο ιατρικό λεξιλόγιο, το προ- σχηματίζει όρους της ανατομίας.