Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.
Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.
Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.
Insert any Greek word below, and press Search.
Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.
προ-σω-νυ-μί-α
προσωνυμία n. fem.
|
προσωνυμία n.
S: παρατσούκλι, παρωνύμιο, επωνυμία1
προσ- [pros]
προσ- [proz] πριν από /β/, /γ/, /δ/, /μ/, /ν/
πρόσ- [prós] ή [próz] όταν ο τόνος ανεβαίνει στο αʹ συστατικό
Προέρχεται από την πρόθεση προς.
1. Προς ένα σημείο ή προορισμό
Το προσ- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν ότι κάτι κινείται προς έναν προορισμό ή πλησιάζει σε κάποιο σημείο. Για παράδειγμα, ο πιλότος προσθαλασσώνει το αεροσκάφος όταν το οδηγεί ώστε να ακουμπήσει στην επιφάνεια της θάλασσας.
προσαγωγή (νομ.) | προσάγω (νομ.) |
προσανατολισμός | προσανατολίζω |
προσγείωση | προσγειώνω |
προσεδάφιση | προσδένω |
προσέλευση | προσεδαφίζω |
προσθαλάσσωση | προσελκύω |
πρόσκληση | προσέρχομαι |
προσνήωση | προσθαλασσώνω |
προσσελήνωση | προσκαλώ |
προσλιμενίζομαι | |
προσσεληνώνω | |
προστρέχω | |
προσφεύγω |
2. Μπροστά, κοντά ή δίπλα σε κάτι
Το προσ- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν ότι κάτι βρίσκεται μπροστά, κοντά ή δίπλα σε κάτι άλλο. Για παράδειγμα ένα αυτοκίνητο κάνει προσπέραση όταν αναπτύσσει ταχύτητα και περνάει μπροστά από κάποιο άλλο.
προσέγγιση | προσγεγραμμένος, -η, -ο (γραμμ.) | προσεγγίζω |
προσπέραση | πρόσεδρος, -η, -ο | προσπερνάω/-ώ |
προσπέρασμα | προσήλιος, -α, -ο | |
προσήνεμος, -η, -ο |
3. Προσθήκη
Το προσ- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν κάτι που υπάρχει ή γίνεται επιπλέον από αυτό που είναι το κανονικό ή το βασικό. Για παράδειγμα, όταν προσαυξάνω ένα ποσό προσθέτω μια επιπλέον αύξηση.
προσαύξηση | πρόσβαρος, -η, -ο | προσαποκτώ |
προσμαρτυρία | προσαυξάνω | |
προσωνυμία | προσδίδω | |
προσθέτω | ||
προσμαρτυρώ | ||
προσμετράω/-ώ | ||
προσυπογράφω |
▶ Λέξεις με το προσ- έχουν και άλλες σημασίες, όπως μικρή διάρκεια (π.χ. πρόσκαιρος, προσωρινός), ομοιότητα (π.χ. προσομοιάζω, προσιδιάζω), σύμφωνη γνώμη με ομάδα (π.χ. πρόσκειμαι, προσχωρώ, προσεταιρίζομαι) κ.ά.
Λέξεις με άλλες σημασίες
Δεν πρέπει να γίνεται σύγχυση με το αʹ συστατικό προ-* σε λέξεις όπως προ-σεισμικός, πρό-σημο.
-ωνυμ-
Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -ωνυμ- αναφέρονται στο όνομα.Το συστατικό -ωνυμ- προέρχεται από το αρχαίο ουσιαστικό όνυμα (= όνομα). Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:
Ουσιαστικά
-ωνυμία [onimía]
Για παράδειγμα, όταν κάποιος κρατάει την ανωνυμία του δεν αποκαλύπτει το όνομά του, ενώ η επωνυμία μιας εταιρείας είναι η επίσημη και νομικά κατοχυρωμένη ονομασία της.
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΗ ΣΗΜΑΣΙΑ
• (γραμμ.) Στη γραμματική, το συστατικό -ωνυμία σχηματίζει όρους που δηλώνουν σημασιολογικές σχέσεις μεταξύ λέξεων.
-ωνύμιο [onímio]
Για παράδειγμα, το τοπωνύμιο είναι το όνομα ενός γεωγραφικού τόπου.
-ώνυμο [ónimo]
Για παράδειγμα, το ψευδώνυμο είναι το ψεύτικο όνομα που χρησιμοποιεί συνήθως ένας λογοτέχνης ή καλλιτέχνης αντί για το πραγματικό του για να υπογράφει τα έργα του· το πατρώνυμο κάποιου είναι το όνομα του πατέρα του.
✔ Υπάρχουν παράλληλοι τύποι σε -ώνυμο και σε -ωνύμιο με παρόμοια σημασία (π.χ. ακρώνυμο - ακρωνύμιο, κυριώνυμο - κυριωνύμιο).
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΗ ΣΗΜΑΣΙΑ
• (μαθημ.) Το -ώνυμο σχηματίζει λέξεις του μαθηματικού λεξιλογίου που δηλώνουν μια αλγεβρική παράσταση με συγκεκριμένο αριθμό όρων. Για παράδειγμα, το μονώνυμο είναι μια αλγεβρική παράσταση με μία μόνο σταθερά ή/και μεταβλητή.
Επίθετα
-ωνυμικός [onimikós], -ωνυμική, -ωνυμικό
Για παράδειγμα, το πατρωνυμικό όνομα σχηματίζεται από το όνομα του πατέρα.
✔ Πολλά από αυτά τα επίθετα συνηθίζονται ως ουσιαστικά (π.χ. πατριδωνυμικό, πατρωνυμικό).
-ώνυμος [ónimos], -ώνυμη, -ώνυμο
Για παράδειγμα, ένα ανώνυμο τηλεφώνημα γίνεται από κάποιον που δεν αποκαλύπτει το όνομά του, την ταυτότητά του.
ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ: Σύμφωνα με τους ορθογραφικούς κανόνες της σχολικής Γραμματικής, γράφουμε με /ω/ και όχι με /ο/ όταν το ουσιαστικό όνυμα (= όνομα) αποτελεί το βʹ συστατικό της λέξης (όπως και σε ανάλογες περιπτώσεις, π.χ. οδύνη-επώδυνος, όροφος-διώροφος).
7 of 10
For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.
Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.
✔ Πολλές λέξεις με το προσ- έχουν αφηρημένη ή μεταφορική σημασία (π.χ. προσελκύω, προσάγω, προσφεύγω).