Lexiscope: περιγελάω

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

πε-ρι-γε-λά-ω

Morphology

περιγελάω v.

ACTIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stπεριγελώ & περιγελάω oral. περιγελάμε & περιγελούμε
2ndπεριγελάςπεριγελάτε
3rdπεριγελά & περιγελάει oral. περιγελούν & περιγελάν oral. & περιγελάνε oral. & περιγελούνε oral.
Present-Imperative
SingularPlural
2ndπεριγέλα oral. & περιγέλαγε oral. περιγελάτε
Present-Participleπεριγελώντας
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stπεριγέλασαπεριγελάσαμε
2ndπεριγέλασεςπεριγελάσατε
3rdπεριγέλασεπεριγέλασαν & περιγελάσαν oral. & περιγελάσανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stπεριγελάσωπεριγελάσουμε & περιγελάσομε dial.
2ndπεριγελάσειςπεριγελάσετε
3rdπεριγελάσειπεριγελάσουν & περιγελάσουνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndπεριγέλασε & περιγέλα oral. περιγελάσετε & περιγελάστε
Simple past-Infinitiveπεριγελάσει
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stπεριγελούσα & περιγέλαγα oral. περιγελούσαμε & περιγελάγαμε oral.
2ndπεριγελούσες & περιγέλαγες oral. περιγελούσατε & περιγελάγατε oral.
3rdπεριγελούσε & περιγέλαγε oral. περιγελούσαν & περιγέλαγαν oral. & περιγελάγαν oral. & περιγελάγανε oral. & περιγελούσανε oral.
PASSIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stπεριγελιέμαιπεριγελιόμαστε
2ndπεριγελιέσαιπεριγελιέστε & περιγελιόσαστε oral.
3rdπεριγελιέταιπεριγελιούνται & περιγελιόνται oral.
Present-Imperative
Plural
2ndπεριγελιέστε
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stπεριγελάστηκαπεριγελαστήκαμε
2ndπεριγελάστηκεςπεριγελαστήκατε
3rdπεριγελάστηκεπεριγελάστηκαν & περιγελαστήκαν oral. & περιγελαστήκανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stπεριγελαστώπεριγελαστούμε
2ndπεριγελαστείςπεριγελαστείτε
3rdπεριγελαστείπεριγελαστούν & περιγελαστούνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndπεριγελάσουπεριγελαστείτε
Simple past-Infinitiveπεριγελαστεί
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stπεριγελιόμουν & περιγελιόμουνα oral. περιγελιόμασταν & περιγελιόμαστε
2ndπεριγελιόσουν & περιγελιόσουνα oral. περιγελιόσασταν & περιγελιόσαστε oral.
3rdπεριγελιόταν & περιγελιότανε oral. περιγελιούνταν & περιγελιόνταν & περιγελιόντανε oral. & περιγελιόντουσαν oral.
Present Perfect-Participleπεριγελασμένος

Synonyms - Antonyms

περιγελάω v.

Sκοροϊδεύω1, περιπαίζω, χλευάζω learn


3 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.