Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.
Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.
Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.
Insert any Greek word below, and press Search.
Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.
πα-νο-μοι-ό-τυ-πος
πανομοιότυπος adj.
Masculine |
| |||||||||||||||||||||||||
Feminine |
| |||||||||||||||||||||||||
Neuter |
|
πανομοιότυπος adj.
S: απαράλλαχτος
παν- [pan]
πάν- [pán] όταν ο τόνος ανεβαίνει στο αʹ συστατικό
παμ- [pam] και παμ- [pám] πριν από /β/, /μ/, /π/, /ψ/ ή /φ/
παγ- [paŋ] και πάγ- [páŋ] πριν από /γ/, /κ/, /χ/ ή /ξ/
παλ- [pal] και παλ- [pál] πριν από /λ/
Προέρχεται από το αρχαίο παν, ουδέτερο γένος του επιθέτου πας (= όλος).
1. Αναφορά στο σύνολο
Το παν- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν ότι κάτι είναι ολόκληρο (π.χ. πανσέληνος) ή αναφέρονται σε ένα ολόκληρο σύνολο (π.χ. πάνθεο). Για παράδειγμα, σε μια πανεργατική απεργία συμμετέχουν όλοι οι εργαζόμενοι.
παμφαγία | πάγκοινος, -η, -ο | παμψηφεί |
παμψυχισμός | παγκόσμιος, -α, -ο | |
πανδημία | παλλαϊκός, -ή, -ό | |
πανδοχείο | παμβαλκανικός, -ή, -ό | |
πανεπιστήμιο | παμφάγος, -α, -ο | |
πάνθεο | παναγροτικός, -ή, -ό | |
παννυχίδα | παναθηναϊκός, -ή, -ό | |
πανοπλία | πανανθρώπινος, -η, -ο | |
πανόραμα | πάνδημος, -η, -ο | |
πανσέληνος | πανελλαδικός, -ή, -ό | |
πανσπερμία | πανεργατικός, -ή, -ό | |
πανευρωπαϊκός, -ή, -ό |
2. Σε έντονο βαθμό (επιτατικό)
Το παν- σχηματίζει λέξεις (κυρίως επίθετα) που δηλώνουν ότι μια κατάσταση ή μια ιδιότητα υπάρχει σε έντονο βαθμό. Για παράδειγμα, μια πανεύκολη άσκηση είναι εξαιρετικά εύκολη· ο πάμπλουτος είναι πάρα πολύ πλούσιος.
✔ Λιγότερα είναι τα ουσιαστικά που σχηματίζονται με το παν- σε αυτή τη σημασία.
⇨ Για άλλα αʹ συστατικά που δηλώνουν επίταση βλ. γαϊδουρο-*, θεο-*, καρα-*, κατα-*, ολο-*, παρα-*, πεντα-*, περι-*, σκυλο-*, τετρα-*, τρι-*, χιλιο-*.
ομοιο- [omio]
ομοιό- [omió] όταν ο τόνος ανεβαίνει στο αʹ συστατικό
Προέρχεται από το επίθετο όμοιος.
1. Παρόμοιο
Το ομοιο- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν ότι δύο ή περισσότερα πρόσωπα ή πράγματα είναι παρόμοια ως προς κάποιο χαρακτηριστικό τους. Για παράδειγμα, δύο ομοιοκατάληκτοι στίχοι έχουν παρόμοιες καταλήξεις· όταν υπάρχει ομοιοχρωμία μεταξύ δύο πραγμάτων, τότε αυτά έχουν σχεδόν το ίδιο χρώμα.
ομοιογένεια | ομοιογενής, -ής, -ές | ομοιοκαταληκτώ |
ομοιοκαταληξία | ομοιοκατάληκτος, -η, -ο | |
ομοιομορφία | ομοιόμορφος, -η, -ο | |
ομοιοπαθητική (ιατρ.) | ομοιοπαθής, -ής, -ές | |
ομοιοχρωμία | ομοιοπαθητικός, -ή, -ό (ιατρ.) | |
ομοιόπτωτος, -η, -ο (γραμμ.) |
ΑΝΤ Κάποιες λέξεις με ομοιο- σε αυτή τη σημασία σχηματίζουν αντίθετα με το ετερο-* (π.χ. ετερογένεια ≠ ομοιογένεια).
-τυπ-
Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -τυπ- αναφέρονται συνήθως στον τρόπο και στο υλικό με το οποίο κατασκευάζεται ή εκτυπώνεται κάτι. Σπανιότερα, αναφέρονται στον τύπο (έντυπα, εφημερίδες και περιοδικά) και στους τύπους (κανόνες).Το συστατικό -τυπ- προέρχεται από το αρχαίο ουσιαστικό τύπος (= καλούπι). Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:
Ρήματα
-τυπώ [tipó]
Για παράδειγμα, κανείς παρατυπεί όταν παραβλέπει τους τύπους, τους κανόνες.
Ουσιαστικά
-τύπης [típis]
Για παράδειγμα, ο φωτοτύπης βγάζει φωτοτυπίες, δηλαδή βγάζει αντίγραφα ενός κειμένου με ειδική μέθοδο φωτομηχανικής εκτύπωσης.
-τυπία [tipía]
Για παράδειγμα, η χρυσοτυπία είναι η δημιουργία ενός αντίγραφου χρησιμοποιώντας χρυσό.
-τυπος [tipos]
Για παράδειγμα, ο σωματότυπος είναι ένας αντιπροσωπευτικός τύπος ανθρώπινου σώματος.
Επίθετα
-τυπικός [tipikós], -τυπική, -τυπικό
Για παράδειγμα, το φωτοτυπικό μηχάνημα βγάζει φωτοτυπίες, φωτοαντίγραφα.
-τυπος [tipos], -τυπη, -τυπο
Για παράδειγμα, ο νομότυπος είναι σύμφωνος με το τυπικό μέρος του νόμου, ενώ μια απόδειξη είναι διπλότυπη όταν αποτελείται από δύο όμοια στελέχη.
✔ Πολλά από αυτά τα επίθετα έχουν μετατραπεί σε ουσιαστικά (π.χ. πρότυπο, πρωτότυπο, διπλότυπο, στερεότυπο, τηλέτυπο).
1 of 10
For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.
Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΗ ΣΗΜΑΣΙΑ
•Η έκφραση πανδαμάτωρ χρόνος χρησιμοποιείται για το χρόνο που γιατρεύει και καταπραΰνει όλες τις πληγές και τις στενοχώριες.