Lexiscope: ολιγάριθμοι

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

ο-λι-γά-ριθ-μοι

Morphology

ολιγάριθμος adj.

Masculine
SingularPlural
Nominativeοολιγάριθμοςοιολιγάριθμοι
Genitiveτουολιγάριθμουτωνολιγάριθμων
Accusativeτονολιγάριθμοτουςολιγάριθμους
Vocative ολιγάριθμε ολιγάριθμοι
Feminine
SingularPlural
Nominativeηολιγάριθμηοιολιγάριθμες
Genitiveτηςολιγάριθμηςτωνολιγάριθμων
Accusativeτηνολιγάριθμητιςολιγάριθμες
Vocative ολιγάριθμη ολιγάριθμες
Neuter
SingularPlural
Nominativeτοολιγάριθμοταολιγάριθμα
Genitiveτουολιγάριθμουτωνολιγάριθμων
Accusativeτοολιγάριθμοταολιγάριθμα
Vocative ολιγάριθμο ολιγάριθμα

Synonyms - Antonyms

ολιγάριθμος adj.

Sευάριθμος learn Aπολυάριθμος

ολιγάριθμοι

Sλίγοι

Προθήματα - Επιθήματα

ολιγο- [oliγo]

ολιγό- [oliγó] όταν ο τόνος ανεβαίνει στο αʹ συστατικό
ολιγ- [oliγ] πριν από φωνήεν

Προέρχεται από το αρχαίο επίθετο ολίγος (= λίγος).

1. Μικρή ποσότητα

Το ολιγο- σχηματίζει συνήθως επίθετα που δηλώνουν ότι κάτι περιέχει λίγα ίδια στοιχεία ή αποτελείται από λίγα όμοια μέρη. Για παράδειγμα, όταν κάτι είναι ολιγόωρο διαρκεί λίγες ώρες.

ολιγάριθμος, -η, -ο, ολιγοβαρής, -ής, -ές, ολιγοήμερος, -η, -ο, ολιγομελής, -ής, -ές, ολιγοσέλιδος, -η, -ο, ολιγοσύλλαβος, -η, -ο, ολιγόωρος, -η, -ο

ΑΝΤ Τα αντίθετα σε αυτή τη σημασία σχηματίζονται με το πολυ-* (π.χ. ολιγάριθμοςπολυάριθμος).

ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΗ ΣΗΜΑΣΙΑ

(ιατρ.) Το ολιγο- χρησιμοποιείται σε λέξεις του ιατρικού λεξιλογίου που δηλώνουν ότι κάποια λειτουργία ή κάποιο φαινόμενο του οργανισμού συμβαίνει σε βαθμό χαμηλότερο από το κανονικό και σύνηθες.

ολιγαιμία, ολιγάμνιο, ολιγοασθενοσπερμία, ολιγοδακτυλία, ολιγομηνόρροια, ολιγοσπερμία

2. Μικρός βαθμός

Το ολιγο- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν ότι μία κατάσταση ή μία ιδιότητα υπάρχει σε μικρό βαθμό. Για παράδειγμα, ολιγόλογος είναι αυτός που μιλάει λίγο, ενώ ολιγαρκής είναι όποιος αρκείται στα λίγα.

ολιγάρκεια

ολιγαρκής, -ής, -ές

ολιγοψυχώ

ολιγοπώλιο

ολιγόζωος, -η, -ο

ολιγοψώνιο

ολιγόκαρδος, -η, -ο

ολιγόλογος, -η, -ο

ολιγόπιστος, -η, -ο

⇨ Ορισμένες λέξεις με ολιγο- έχουν παράλληλους τύπους με το λιγο-* (π.χ. λιγόλογος - ολιγόλογος).

▶ Οι λέξεις ολιγωρώ και ολιγωρία έχουν διαφορετική σημασία: δηλώνουν την έλλειψη της απαιτούμενης προσοχής, την αδιαφορία.


6 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.