Lexiscope: μειονέκτημα

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

μει-ο-νέ-κτη-μα

Morphology

μειονέκτημα n. neut.

SingularPlural
Nominativeτομειονέκτηματαμειονεκτήματα
Genitiveτουμειονεκτήματοςτωνμειονεκτημάτων
Accusativeτομειονέκτηματαμειονεκτήματα
Vocative μειονέκτημα μειονεκτήματα

Synonyms - Antonyms

μειονέκτημα n.

  1. Sμείον, πλην Aπλεονέκτημα, προτέρημα2
  2. Sελάττωμα2, ατέλεια1, ψεγάδι

Προθήματα - Επιθήματα

μειο- [mio]

μειό- [mió] όταν ο τόνος ανεβαίνει στο αʹ συστατικό
μειον- [mion] πριν από φωνήεν
μειονο- [miono] σπάνια

Προέρχεται από το αρχαίο μείων, συγκριτικό βαθμό του επιθέτου μικρός.

1. Μικρότερο ή λιγότερο

Το μειο- είναι λόγιας προέλευσης και σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν ότι κάτι υπάρχει σε μικρότερο βαθμό αριθμητικά ή ποιοτικά. Για παράδειγμα, ένα κόμμα είναι μειοψηφία όταν συγκεντρώνει λιγότερες ψήφους από τα άλλα κόμματα στις εκλογές.

μειοδοσία

μειοδοτικός, -ή, -ό

μειοδοτώ

μειονέκτημα

μειονεκτικός, -ή, -ό

μειονεκτώ

μειονεξία

μειοψηφικός, -ή, -ό

μειοψηφώ / μειονοψηφώ

μειοψηφία / μειονοψηφία

ΑΝΤ Τα αντίθετα σε αυτή τη σημασία σχηματίζονται συνήθως με το πλειο-* (π.χ. μειοψηφίαπλειοψηφία). Ειδικά στην περίπτωση της μειονεξίας (= η ιδιότητα αυτού που υστερεί, που έχει ελάττωμα), η πλεονεξία δεν είναι αντίθετη σημασία, αλλά δηλώνει την τάση του πλεονέκτη, που επιζητεί να έχει υπερβολικά πολλά.

✔ Συνήθως, όταν υπάρχουν παράλληλοι τύποι (π.χ. μειοψηφία - μειονοψηφία), η λέξη με το μειονο- χρησιμοποιείται σε επίσημο ύφος.

▶ Οι λέξεις μειονότητα και μειονοτικός προέρχονται από το επίρρημα μείον.

▶ Στις λέξεις μειόκαινο, μειόκαινος (γεωλογία) αποδίδεται ο διεθνής όρος mio-, που ανάγεται στο ελληνικό μειο-.


5 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.