Lexiscope: ενδιαφέρει

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

εν-δι-α-φέ-ρει

Morphology

ενδιαφέρω v.

ACTIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stενδιαφέρωενδιαφέρουμε & ενδιαφέρομε dial.
2ndενδιαφέρειςενδιαφέρετε
3rdενδιαφέρειενδιαφέρουν & ενδιαφέρουνε oral.
Present-Imperative
SingularPlural
2ndενδιάφερεενδιαφέρετε
Present-Participleενδιαφέροντας
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stενδιέφεραενδιαφέραμε
2ndενδιέφερεςενδιαφέρατε
3rdενδιέφερεενδιέφεραν & ενδιαφέραν oral. & ενδιαφέρανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stενδιαφέρωενδιαφέρουμε & ενδιαφέρομε dial.
2ndενδιαφέρειςενδιαφέρετε
3rdενδιαφέρειενδιαφέρουν & ενδιαφέρουνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndενδιάφερεενδιαφέρετε
Simple past-Infinitiveενδιαφέρει
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stενδιέφεραενδιαφέραμε
2ndενδιέφερεςενδιαφέρατε
3rdενδιέφερεενδιέφεραν & ενδιαφέραν oral. & ενδιαφέρανε oral.
PASSIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stενδιαφέρομαιενδιαφερόμαστε
2ndενδιαφέρεσαιενδιαφέρεστε & ενδιαφερόσαστε oral.
3rdενδιαφέρεταιενδιαφέρονται
Present-Imperative
Plural
2ndενδιαφέρεστε
Present-Participleενδιαφερόμενος
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stενδιαφέρθηκαενδιαφερθήκαμε
2ndενδιαφέρθηκεςενδιαφερθήκατε
3rdενδιαφέρθηκεενδιαφέρθηκαν & ενδιαφερθήκαν oral. & ενδιαφερθήκανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stενδιαφερθώενδιαφερθούμε
2ndενδιαφερθείςενδιαφερθείτε
3rdενδιαφερθείενδιαφερθούν & ενδιαφερθούνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndενδιαφέρσουενδιαφερθείτε
Simple past-Infinitiveενδιαφερθεί
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stενδιαφερόμουν & ενδιαφερόμουνα oral. ενδιαφερόμασταν & ενδιαφερόμαστε
2ndενδιαφερόσουν & ενδιαφερόσουνα oral. ενδιαφερόσασταν & ενδιαφερόσαστε oral.
3rdενδιαφερόταν & ενδιαφερότανε oral. ενδιαφέρονταν & ενδιαφερόντανε oral. & ενδιαφερόντουσαν oral.

Synonyms - Antonyms

ενδιαφέρω v.

Sείμαι ενδιαφέρων

ενδιαφέρει

Sαπασχολεί, νοιάζει, αφορά2

ενδιαφέρομαι

Sμεριμνώ1 learn, νοιάζομαι1 Aαδιαφορώ1


4 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.