Lexiscope: εγκιβωτισμός

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

ε-γκι-βω-τι-σμός

Morphology

εγκιβωτισμός n. masc.

SingularPlural
Nominativeοεγκιβωτισμόςοιεγκιβωτισμοί
Genitiveτουεγκιβωτισμούτωνεγκιβωτισμών
Accusativeτονεγκιβωτισμότουςεγκιβωτισμούς
Vocative εγκιβωτισμέ εγκιβωτισμοί

Synonyms - Antonyms

εγκιβωτισμός n. learn

Sσυσκευασία1, αμπαλάρισμα, πακετάρισμα

Προθήματα - Επιθήματα

εν- [en]

έν- [én] όταν ο τόνος ανεβαίνει στο αʹ συστατικό
εμ- [em] και έμ- [ém] πριν από /β/, /μ/, /π/, /φ/ ή /ψ/
εγ- [eŋ] και έγ- [éŋ] πριν από /γ/, /κ/, /χ/ ή /ξ/
ελ- [el] και έλ- [él] πριν από /λ/
ερ- [er] και έρ- [ér] πριν από /ρ/

Προέρχεται από την αρχαία πρόθεση εν.

1. Μέσα σε κάτι

Το εν- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν ότι κάτι είναι μέσα σε κάτι άλλο ή μέσα σε ένα συγκεκριμένο χώρο. Για παράδειγμα, όταν εμφιαλώνω ένα υγρό το βάζω μέσα σε μπουκάλι (φιάλη).

εγκέφαλος

εγκόσμιος, -α, -ο

εγκιβωτίζω

εγκιβωτισμός

εγχώριος, -α, -ο

εγκλιματίζω

εγκλιματισμός

εμφύλιος, -α, -ο

ελλιμενίζομαι

εμφιάλωση

εμφιαλώνω

ένοικος

ενσαρκώνω

ενσάρκωση

ενσταλάζω

ενσωμάτωση

ενσωματώνω

ενταφίαση

ενταφιάζω

εντοιχισμός

εντοιχίζω

✔ Ορισμένες λέξεις με το εν- δηλώνουν ότι κάτι γίνεται εντός συγκεκριμένων ορίων. Για παράδειγμα, όταν κάτι γίνεται έγκαιρα γίνεται μέσα στα προβλεπόμενα χρονικά περιθώρια.

έγκαιρος, -η, -ο, εμπρόθεσμος, -η, -ο

2. Με ορισμένο τρόπο

Το εν- σχηματίζει επίθετα που δηλώνουν ότι κάτι διαθέτει μια ορισμένη ιδιότητα ή γίνεται με ορισμένο τρόπο. Για παράδειγμα, όταν είμαστε εμπύρετοι έχουμε πυρετό, ενώ η έμμισθη εργασία γίνεται με μισθό.

έγγραφος, -η, -ο, έγκυρος, -η, -ο, έγχορδος, -η, -ο, έγχρωμος, -η, -ο, έλλογος, -η, -ο, έμμετρος, -η, -ο, έμμισθος, -η, -ο, έμπειρος, -η, -ο, εμπύρετος, -η, -ο, εμφανής, -ής, -ές, έμψυχος, -η, -ο, εναγώνιος, -α, -ο, ενάρετος, -η, -ο, ένδικος, -η, -ο, ένοπλος, -η, -ο, ένορκος, -η, -ο, ενσύρματος, -η, -ο, έντοκος, -η, -ο, έντρομος, -η, -ο, έντυπος, -η, -ο, ένυδρος, -η, -ο, ενυπόγραφος, -η, -ο, έρρινος, -η, -ο / ένρινος, -η, -ο, έρρυθμος, -η, -ο

ΑΝΤ Τα αντίθετα σε αυτή τη σημασία σχηματίζονται με το α-* (π.χ. έγκυροςάκυρος, εμπύρετοςαπύρετος).

-ισμός [izmós]

Προέρχεται από το αρχαιοελληνικό -ισμός.

1. Αντιλήψεις και τρόποι συμπεριφοράς

Το -ισμός εμφανίζεται σε ουσιαστικά που αναφέρονται σε ένα σύστημα ιδεών καθώς και στον αντίστοιχο τρόπο συμπεριφοράς που απορρέει από το σύστημα αυτό. Για παράδειγμα, ο φεμινισμός είναι η αντίληψη ότι οι γυναίκες πρέπει να έχουν ίσα δικαιώματα, εξουσία και ευκαιρίες με τους άνδρες, αλλά και οι συγκεκριμένες πρακτικές για την εφαρμογή της.

αναρχισμός, ανθρωπισμός, απολυταρχισμός, ατομικισμός, αυθορμητισμός, δεσποτισμός, δογματισμός, δομισμός, δυναμισμός, εγωισμός, εθελοντισμός, εθνικισμός, επεκτατισμός, ετσιθελισμός, ηρωισμός, ιπποτισμός, κανιβαλισμός, καταναλωτισμός, κυνισμός, λαϊκισμός, μικροαστισμός, μιμητισμός, μοντερνισμός, οδηγισμός, παρορμητισμός, πατριωτισμός, πιθηκισμός, προοδευτισμός, προσκοπισμός, σκεπτικισμός, σκοταδισμός, στρουθοκαμηλισμός, συνδικαλισμός, συντηρητισμός, τυχοδιωκτισμός, φανατισμός, χριστιανισμός

✔ Τα ουσιαστικά σε -ισμός με αυτή τη σημασία προέρχονται από ουσιαστικά και επίθετα και δηλώνουν ιδέες (απόψεις, πεποιθήσεις, αντιλήψεις, θεωρίες) ή/και τρόπους συμπεριφοράς (πρακτικές, στάσεις, τάσεις, καλλιτεχνικά ρεύματα) σχετικούς με αυτό που δηλώνει το πρωτότυπο ουσιαστικό ή επίθετο. Για παράδειγμα, ο μοντερνισμός είναι οι ιδέες και οι μέθοδοι της μοντέρνας τέχνης και λογοτεχνίας, ενώ ο κυνισμός είναι η στάση που έχουν οι κυνικοί και που χαρακτηρίζεται από παντελή έλλειψη συναισθηματικής ή ηθικής ευαισθησίας.

ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΣΗΜΑΣΙΕΣ

Ουσιαστικά σε -ισμός δηλώνουν καλλιτεχνικά, λογοτεχνικά, φιλοσοφικά ή κοινωνικά ρεύματα και σχηματίζονται συνήθως με βάση λέξεις ξενικής προέλευσης ή αντιδάνεια. Για παράδειγμα, σύμφωνα με το ρεαλισμό ο καλλιτέχνης πρέπει να παρουσιάζει το αντικείμενό του όπως είναι στην πραγματικότητα.

ιμπεριαλισμός, ιμπρεσιονισμός, καπιταλισμός, κλασικισμός, ναζισμός, νατουραλισμός, ντανταϊσμός, ντετερμινισμός, ρατσισμός, ρεαλισμός, ρομαντισμός, σοσιαλισμός, σουρεαλισμός, στρουκτουραλισμός

Συχνά το -ισμός συνδυάζεται με κύρια ονόματα για να δηλώσει τη θεωρία ή την πρακτική που βασίζεται στις αρχές ορισμένου προσώπου.

βενιζελισμός, βουδισμός, δαρβινισμός, δονκιχοτισμός, θατσερισμός, ισλαμισμός, λενινισμός, μαζοχισμός, μαρξισμός, μωαμεθανισμός, ναρκισσισμός, σαδισμός, σοβινισμός, σταλινισμός, φροϊδισμός

⇨ Το πρόσωπο που πιστεύει ή εφαρμόζει αυτό που εκφράζει η λέξη σε -ισμός σχηματίζεται συνήθως σε -ιστής* (π.χ. ανθρωπισμός - ανθρωπιστής, βουδισμός - βουδιστής). Παράλληλα, συναντούμε και αντίστοιχα ρήματα σε -ίζω (π.χ. στρουθοκαμηλίζω, πιθηκίζω, φανατίζω, λαϊκίζω).

2. Ενέργειες, διαδικασίες και φαινόμενα

Το -ισμός εμφανίζεται επίσης σε ουσιαστικά που δηλώνουν επιστημονικές διαδικασίες ή φυσικά φαινόμενα. Για παράδειγμα, ο ηλιοτροπισμός είναι η ιδιότητα των φυτών να στρέφονται προς το ηλιακό φως.

αντικατοπτρισμός, απογαλακτισμός, γεωμαγνητισμός, ηλεκτρισμός (φυσ.), ηλιοτροπισμός (βιολ.), ιοντισμός (φυσ.), κυματισμός, μαγνητισμός (φυσ.), μεταγλωττισμός, μηχανισμός, παρασιτισμός, πολυμορφισμός (βιολ., φυσ.), υπνωτισμός, φωτισμός

✔ Τα ουσιαστικά σε -ισμός με αυτή τη σημασία προέρχονται είτε από ρήματα σε -ίζω για να δηλώσουν την αντίστοιχη ενέργεια (π.χ. φωτίζω - φωτισμός) είτε από ουσιαστικά ή επίθετα για να δηλώσουν ένα φαινόμενο ή μία διαδικασία που έχει σχέση με αυτό που δηλώνει η πρωτότυπη λέξη (π.χ. μηχανή - μηχανισμός).

ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΣΗΜΑΣΙΕΣ

(ιατρ.) Ορισμένα ουσιαστικά σε -ισμός δηλώνουν μία σωματική ή ψυχική διαταραχή ή μία παθολογική κατάσταση. Για παράδειγμα, ο αλκοολισμός είναι η παθολογική εξάρτηση από το αλκοόλ.

αλκοολισμός, αυτισμός, γεροντισμός, γιγαντισμός, νανισμός, ραχιτισμός, στραβισμός, τραυλισμός, υπερθυρεοειδισμός, υποθυρεοειδισμός

(γλωσς.) Ορισμένα ουσιαστικά σε -ισμός δηλώνουν ένα γλωσσικό φαινόμενο (π.χ. τονισμός, συλλαβισμός) ή μία ιδιαίτερη τάση στη χρήση της γλώσσας. Για παράδειγμα, ο γαλλισμός είναι μία γλωσσική διατύπωση που θυμίζει τη γαλλική γλώσσα.

αγγλισμός, αττικισμός, γαλλισμός, καθαρευουσιανισμός, σολοικισμός, συλλαβισμός, τονισμός, τσιτακισμός

7 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.