Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.
Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.
Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.
Insert any Greek word below, and press Search.
Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.
βι-ο-γρα-φί-α
βιογραφία n. fem.
|
βιογραφία n.
S: βίος2 learn
βιο- [vio]
βιό- [vió] όταν ο τόνος ανεβαίνει στο αʹ συστατικό
Προέρχεται από το ουσιαστικό βίος (= ζωή).
1. Αναφορά στη ζωή (βίος)
Το βιο- συνδυάζεται με ουσιαστικά και επίθετα και σχηματίζει λέξεις που έχουν σχέση με την ανθρώπινη ζωή και δραστηριότητα. Για παράδειγμα, η βιοθεωρία είναι η θεωρία ενός ανθρώπου για τη ζωή.
βιογραφία | βιογραφικός, -ή, -ό | βιογραφώ |
βιογράφος | βιομηχανικός, -ή, -ό | βιομηχανοποιώ |
βιοθεωρία | βιοποριστικός, -ή, -ό | |
βιομηχανία | βιοτεχνικός, -ή, -ό | |
βιομήχανος | ||
βιοπαλαιστής | ||
βιοπάλη | ||
βιοπορισμός | ||
βιοτέχνης | ||
βιοτεχνία |
2. Αναφορά σε έμβια όντα
(επιστημ.) Το βιο- σχηματίζει λέξεις που αναφέρονται γενικότερα στη διαβίωση και στη λειτουργία των ζωντανών οργανισμών. Για παράδειγμα, ο βιότοπος είναι ο φυσικός χώρος όπου διαβιώνει σε κανονικές συνθήκες ένα ορισμένο σύνολο ζώων ή φυτών.
3. Αναφορά στη βιολογία
(επιστημ.) Το βιο- σχηματίζει λέξεις που αναφέρονται στη βιολογία, στις βιολογικές διαδικασίες και στη μελέτη τους. Για παράδειγμα, η βιοτεχνολογία είναι ο επιστημονικός κλάδος που συνδυάζει την τεχνολογία και τη βιολογία για τη μελέτη οργανισμών και για την παρασκευή φαρμάκων.
βιογενετική | βιογενετικός, -ή, -ό | βιοδιασπώμαι |
βιογεωγραφία | βιοϊατρικός, -ή, -ό | |
βιογονία | βιολογικός, -ή, -ό | |
βιοθεραπεία | βιοφυσικός, -ή, -ό | |
βιοϊατρική | βιοχημικός, -ή, -ό | |
βιολόγος | ||
βιοτεχνολογία | ||
βιοφυσική | ||
βιοχημεία | ||
βιοψία |
-γραφ-
Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -γραφ- αναφέρονται στην έντυπη παρουσίαση κάποιου θέματος.Το συστατικό -γραφ- προέρχεται από το ρήμα γράφω. Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:
Ρήματα
-γραφίζω [γrafízo]
Για παράδειγμα, φωτογραφίζω ένα τοπίο σημαίνει ότι το παίρνω φωτογραφία.
-γραφώ [γrafó]
Για παράδειγμα, αλληλογραφώ με κάποιον σημαίνει ότι ανταλλάσσω μαζί του γράμματα, χαρτογραφώ σημαίνει ότι σχεδιάζω χάρτες, ενώ όταν αρθρογραφώ σε μια εφημερίδα γράφω άρθρα που δημοσιεύονται σε αυτήν.
✔ Διαφορετική περίπτωση συνιστούν τα σύνθετα με το -γράφω (όπως αντιγράφω, διαγράφω, καθαρογράφω, προχειρογράφω, υπογράφω), τα οποία δηλώνουν κυρίως τον τρόπο με τον οποίο γράφουμε κάτι. Για παράδειγμα, προχειρογράφουμε κάτι όταν το γράφουμε πρόχειρα, χωρίς ιδιαίτερη προσοχή.
Ουσιαστικά
-γράφημα [γráfima]
Για παράδειγμα, πεζογράφημα είναι οποιοδήποτε πεζό λογοτεχνικό κείμενο, ενώ το τηλεγράφημα ήταν παλιότερα ένα σύντομο κείμενο που μεταδιδόταν μέσω του ραδιοτηλέγραφου ή του τηλεφώνου.
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΗ ΣΗΜΑΣΙΑ
• (ιατρ.) Στο ιατρικό λεξιλόγιο, οι λέξεις σε -γράφημα δηλώνουν τη γραφική απεικόνιση μιας λειτουργίας του οργανισμού η οποία γίνεται με ειδικά όργανα για διαγνωστικούς λόγους.
-γράφηση [γráfisi]
Για παράδειγμα, η εικονογράφηση ενός βιβλίου είναι η διακόσμησή του με εικόνες.
✔ Τα ουσιαστικά σε -γράφηση προέρχονται από ρήματα σε -γραφώ (π.χ. χαρτογραφώ - χαρτογράφηση).
-γραφία [γrafía]
Για παράδειγμα, η ελαιογραφία είναι τεχνική ζωγραφικής με λάδι, ενώ η ακτινογραφία είναι η φωτογράφιση των εσωτερικών οργάνων του σώματος με ειδικές ακτίνες.
-γράφιση [γráfisi] (σπάνια χρήση)
Για παράδειγμα, μια φωτογράφιση μόδας γίνεται για διαφήμιση ή για περιοδικό.
✔ Τα ουσιαστικά σε -γράφιση προέρχονται από ρήματα σε -γραφίζω (π.χ. φωτογραφίζω - φωτογράφιση).
-γράφος [γráfos] (αρσ. και θηλ.)
Για παράδειγμα, ο σκιτσογράφος φτιάχνει σκίτσα, ενώ ο φωτογράφος ασχολείται με τη φωτογραφία.
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΗ ΣΗΜΑΣΙΑ
• (επιστημ., τεχν.) Υπάρχουν ουσιαστικά σε -γράφος που δηλώνουν εξειδικευμένα όργανα για τη γραπτή αποτύπωση της μέτρησης μιας λειτουργίας ή ενός φαινομένου (π.χ. παλμογράφος), σπανιότερα δε όργανα γραφής ή σχεδίου (π.χ. στιλογράφος, ραπιδογράφος).
Επίθετα
-γραφικός [γrafikós], -γραφική, -γραφικό
Για παράδειγμα, το φωτογραφικό χαρτί χρησιμοποιείται για την εκτύπωση φωτογραφιών.
-γραφος [γrafos], -γραφη, -γραφο
Για παράδειγμα, μία ενυπόγραφη δήλωση έχει την υπογραφή αυτού που την κάνει, ενώ ένα χειρόγραφο κείμενο έχει γραφτεί με το χέρι (και όχι σε υπολογιστή).
✔ Κάποια από αυτά τα επίθετα έχουν μετατραπεί σε ουσιαστικά (π.χ. αυτόγραφο, έγγραφο, υστερόγραφο, χειρόγραφο).
7 of 10
For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.
Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.
⇨ Από το ουσιαστικό βίος έχει σχηματιστεί και το βʹ συστατικό -βιος*.