Lexiscope: αψιμαχώ

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

α-ψι-μα-χώ

Morphology

αψιμαχώ v. active only

ACTIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stαψιμαχώαψιμαχούμε
2ndαψιμαχείςαψιμαχείτε
3rdαψιμαχείαψιμαχούν & αψιμαχούνε oral.
Present-Imperative
Plural
2ndαψιμαχείτε
Present-Participleαψιμαχώντας
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stαψιμάχησααψιμαχήσαμε
2ndαψιμάχησεςαψιμαχήσατε
3rdαψιμάχησεαψιμάχησαν & αψιμαχήσαν oral. & αψιμαχήσανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stαψιμαχήσωαψιμαχήσουμε & αψιμαχήσομε dial.
2ndαψιμαχήσειςαψιμαχήσετε
3rdαψιμαχήσειαψιμαχήσουν & αψιμαχήσουνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndαψιμάχησεαψιμαχήσετε & αψιμαχήστε
Simple past-Infinitiveαψιμαχήσει
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stαψιμαχούσααψιμαχούσαμε
2ndαψιμαχούσεςαψιμαχούσατε
3rdαψιμαχούσεαψιμαχούσαν & αψιμαχούσανε oral.

Synonyms - Antonyms

αψιμαχώ v.

  1. Sσυγκρούομαι3, συμπλέκομαι: Οι διαδηλωτές αψιμαχούν με δυνάμεις των ΜΑΤ.
  2. Sλογομαχώ, φιλονικώ learn: Στα τηλεοπτικά "παράθυρα" αψιμαχούν για τις ευρωεκλογές.

Προθήματα - Επιθήματα

-μαχ-

Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -μαχ- αναφέρονται στον πόλεμο.Το συστατικό -μαχ- προέρχεται από το ρήμα μάχομαι. Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:

Ρήματα

-μαχάω [maxáo] (σπάνια χρήση)

Για παράδειγμα, αγκομαχάει κάποιος όταν αγωνίζεται να ανασάνει, όταν ανασαίνει με δυσκολία.

αγκομαχάω/-ώ, ψυχομαχάω/-ώ

-μαχώ [maxó]

Για παράδειγμα, δύο άνθρωποι λογομαχούν όταν τσακώνονται ανταλλάσσοντας έντονα λόγια, ενώ συμμαχούν όταν συνεργάζονται για την αντιμετώπιση ενός κοινού αντιπάλου.

αερομαχώ (σπάνιο), αψιμαχώ, θαλασσομαχώ (σπάνιο), κονταρομαχώ, λογομαχώ, μονομαχώ, ναυμαχώ, ξιφομαχώ, πυγμαχώ, συμμαχώ, φυγομαχώ

Ουσιαστικά

-μαχία [max̃ía]

Για παράδειγμα, η ναυμαχία είναι η μάχη στη θάλασσα ανάμεσα σε δύο πλοία ή σε δύο στόλους.

αερομαχία, αυγομαχία, αψιμαχία, δρακοντομαχία, εικονομαχία, θαλασσομαχία, θηριομαχία, κοκορομαχία, κυνομαχία, λογομαχία, μονομαχία, ναυμαχία, ξιφομαχία, οδομαχία, οπλομαχία, σκυλομαχία, συμμαχία, ταυρομαχία, τηλεμαχία (= τηλεοπτική αναμέτρηση πολιτικών αρχηγών πριν από εκλογές), τιτανομαχία

-μάχος [máxos]

Για παράδειγμα, ο ταυρομάχος αγωνίζεται με τον ταύρο στην αρένα, ενώ ο μακεδονομάχος πήρε μέρος στο μακεδονικό αγώνα.

αρματομάχος (σπάνιο), εικονομάχος, ελληνομάχος, θαλασσομάχος, μακεδονομάχος, μονομάχος, οπλομάχος, σαλαμινομάχος, ταυρομάχος

Επίθετα

-μαχικός [max̃ikós], -μαχική, -μαχικό

Για παράδειγμα, το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο είναι το ταμείο ασφάλισης των ναυτικών, ενώ οι συμμαχικές δυνάμεις είναι οι δυνάμεις των συμμάχων.

απομαχικός, εικονομαχικός, συμμαχικός

✔ Η λέξη πυρομαχικά είναι ουσιαστικό.

-μαχος [maxos], -μαχη, -μαχο

Για παράδειγμα, πυρίμαχο είναι το σκεύος από υλικό που αντέχει σε υψηλές θερμοκρασίες.

αγχέμαχος, άμαχος, αξιόμαχος, απόμαχος, επίμαχος, παλαίμαχος, πυρίμαχος, σύμμαχος, υπέρμαχος, φιλόμαχος, φυγόμαχος

6 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.