Lexiscope: αποταμιεύω

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

α-πο-τα-μι-εύ-ω

Morphology

αποταμιεύω v.

ACTIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stαποταμιεύωαποταμιεύουμε & αποταμιεύομε dial.
2ndαποταμιεύειςαποταμιεύετε
3rdαποταμιεύειαποταμιεύουν & αποταμιεύουνε oral.
Present-Imperative
SingularPlural
2ndαποταμίευεαποταμιεύετε
Present-Participleαποταμιεύοντας
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stαποταμίευσααποταμιεύσαμε
2ndαποταμίευσεςαποταμιεύσατε
3rdαποταμίευσεαποταμίευσαν & αποταμιεύσανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stαποταμιεύσωαποταμιεύσουμε & αποταμιεύσομε dial.
2ndαποταμιεύσειςαποταμιεύσετε
3rdαποταμιεύσειαποταμιεύσουν & αποταμιεύσουνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndαποταμίευσεαποταμιεύσετε & αποταμιεύστε
Simple past-Infinitiveαποταμιεύσει
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stαποταμίευααποταμιεύαμε
2ndαποταμίευεςαποταμιεύατε
3rdαποταμίευεαποταμίευαν & αποταμιεύανε oral.
PASSIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stαποταμιεύομαιαποταμιευόμαστε
2ndαποταμιεύεσαιαποταμιεύεστε & αποταμιευόσαστε oral.
3rdαποταμιεύεταιαποταμιεύονται
Present-Imperative
Plural
2ndαποταμιεύεστε
Present-Participleαποταμιευόμενος
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stαποταμιεύτηκα & αποταμιεύθηκα learn. αποταμιευτήκαμε & αποταμιευθήκαμε learn.
2ndαποταμιεύτηκες & αποταμιεύθηκες learn. αποταμιευτήκατε & αποταμιευθήκατε learn.
3rdαποταμιεύτηκε & αποταμιεύθηκε learn. αποταμιεύτηκαν & αποταμιευθήκανε learn. & αποταμιεύθηκαν learn. & αποταμιευτήκανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stαποταμιευτώ & αποταμιευθώ learn. αποταμιευτούμε & αποταμιευθούμε learn.
2ndαποταμιευτείς & αποταμιευθείς learn. αποταμιευτείτε & αποταμιευθείτε learn.
3rdαποταμιευτεί & αποταμιευθεί learn. αποταμιευτούν & αποταμιευθούν learn. & αποταμιευθούνε learn. & αποταμιευτούνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndαποταμιεύσουαποταμιευτείτε & αποταμιευθείτε learn.
Simple past-Infinitiveαποταμιευτεί & αποταμιευθεί learn.
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stαποταμιευόμουν & αποταμιευόμουνα oral. αποταμιευόμασταν & αποταμιευόμαστε
2ndαποταμιευόσουν & αποταμιευόσουνα oral. αποταμιευόσασταν & αποταμιευόσαστε oral.
3rdαποταμιευόταν & αποταμιευότανε oral. αποταμιεύονταν & αποταμιευόντανε oral. & αποταμιευόντουσαν oral.
Present Perfect-Participleαποταμιευμένος

Synonyms - Antonyms

αποταμιεύω v.

Sκάνω αποταμίευση, βάζω στην άκρη2, αποθησαυρίζω1


4 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.