Lexiscope: αναθερμαίνω

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

α-να-θερ-μαί-νω

Morphology

αναθερμαίνω v.

ACTIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stαναθερμαίνωαναθερμαίνουμε & αναθερμαίνομε dial.
2ndαναθερμαίνειςαναθερμαίνετε
3rdαναθερμαίνειαναθερμαίνουν & αναθερμαίνουνε oral.
Present-Imperative
SingularPlural
2ndαναθέρμαινεαναθερμαίνετε
Present-Participleαναθερμαίνοντας
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stαναθέρμανααναθερμάναμε
2ndαναθέρμανεςαναθερμάνατε
3rdαναθέρμανεαναθέρμαναν & αναθερμάνανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stαναθερμάνωαναθερμάνουμε & αναθερμάνομε dial.
2ndαναθερμάνειςαναθερμάνετε
3rdαναθερμάνειαναθερμάνουν & αναθερμάνουνε oral.
Simple past-Imperative
SingularPlural
2ndαναθέρμανεαναθερμάνετε
Simple past-Infinitiveαναθερμάνει
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stαναθέρμαινααναθερμαίναμε
2ndαναθέρμαινεςαναθερμαίνατε
3rdαναθέρμαινεαναθέρμαιναν & αναθερμαίνανε oral.
PASSIVE VOICE
Present-Indicative
SingularPlural
1stαναθερμαίνομαιαναθερμαινόμαστε
2ndαναθερμαίνεσαιαναθερμαίνεστε & αναθερμαινόσαστε oral.
3rdαναθερμαίνεταιαναθερμαίνονται
Present-Imperative
Plural
2ndαναθερμαίνεστε
Present-Participleαναθερμαινόμενος
Simple past-Indicative
SingularPlural
1stαναθερμάνθηκααναθερμανθήκαμε
2ndαναθερμάνθηκεςαναθερμανθήκατε
3rdαναθερμάνθηκεαναθερμάνθηκαν & αναθερμανθήκανε oral.
Simple past-Subjunctive
SingularPlural
1stαναθερμανθώαναθερμανθούμε
2ndαναθερμανθείςαναθερμανθείτε
3rdαναθερμανθείαναθερμανθούν & αναθερμανθούνε oral.
Simple past-Imperative
Plural
2ndαναθερμανθείτε
Simple past-Infinitiveαναθερμανθεί
Imperfect-Indicative
SingularPlural
1stαναθερμαινόμουν & αναθερμαινόμουνα oral. αναθερμαινόμασταν & αναθερμαινόμαστε
2ndαναθερμαινόσουν & αναθερμαινόσουνα oral. αναθερμαινόσασταν & αναθερμαινόσαστε oral.
3rdαναθερμαινόταν & αναθερμαινότανε oral. αναθερμαίνονταν & αναθερμαινόντανε oral. & αναθερμαινόντουσαν oral.
Present Perfect-Participleαναθερμασμένος

Synonyms - Antonyms

αναθερμαίνω v.

  1. Sξαναζεσταίνω
  2. Sαναζωογονώ2, αναζωπυρώνω2: Ο λόγος του αναθέρμανε τον πατριωτισμό τους.

3 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.