Lexiscope: αμυντικός

Learn about the orthography, morphology, syllabification and synonyms/antonyms of a Modern Greek word. The finest words in the world are only vain sounds, if we cannot comprehend them.

Modern Greek is a great deluge of words deriving from Ancient Greek. Through the ages some of the words started to overlap others in meaning. In addition, many of them have multiple meanings and many can be used as various parts of speech.

Lexiscope aims to clear up such issues by presenting information that clarifies the uses of any Modern Greek word or phrase. Information includes syllabification, morphology, synonyms, antonyms and any known expressions that the word may feature in.

Insert any Greek word below, and press Search.


Lexiscope is a compound language tool that provides information about a Modern Greek word or phrase, combining the functionality of Neurolingo's Hyphenator, Speller, Lemmatizer, Morphological Lexicon and Thesaurus.

Syllabification

α-μυ-ντι-κός

Morphology

αμυντικός adj.

Masculine
SingularPlural
Nominativeοαμυντικόςοιαμυντικοί
Genitiveτουαμυντικούτωναμυντικών
Accusativeτοναμυντικότουςαμυντικούς
Vocative αμυντικέ αμυντικοί
Feminine
SingularPlural
Nominativeηαμυντικήοιαμυντικές
Genitiveτηςαμυντικήςτωναμυντικών
Accusativeτηναμυντικήτιςαμυντικές
Vocative αμυντική αμυντικές
Neuter
SingularPlural
Nominativeτοαμυντικότααμυντικά
Genitiveτουαμυντικούτωναμυντικών
Accusativeτοαμυντικότααμυντικά
Vocative αμυντικό αμυντικά

αμυντικότερος adj. comp.

Masculine
SingularPlural
Nominativeοαμυντικότεροςοιαμυντικότεροι
Genitiveτουαμυντικότερουτωναμυντικότερων
Accusativeτοναμυντικότεροτουςαμυντικότερους
Vocative αμυντικότερε αμυντικότεροι
Feminine
SingularPlural
Nominativeηαμυντικότερηοιαμυντικότερες
Genitiveτηςαμυντικότερηςτωναμυντικότερων
Accusativeτηναμυντικότερητιςαμυντικότερες
Vocative αμυντικότερη αμυντικότερες
Neuter
SingularPlural
Nominativeτοαμυντικότεροτααμυντικότερα
Genitiveτουαμυντικότερουτωναμυντικότερων
Accusativeτοαμυντικότεροτααμυντικότερα
Vocative αμυντικότερο αμυντικότερα

αμυντικότατος adj. sup.

Masculine
SingularPlural
Nominativeοαμυντικότατοςοιαμυντικότατοι
Genitiveτουαμυντικότατουτωναμυντικότατων
Accusativeτοναμυντικότατοτουςαμυντικότατους
Vocative αμυντικότατε αμυντικότατοι
Feminine
SingularPlural
Nominativeηαμυντικότατηοιαμυντικότατες
Genitiveτηςαμυντικότατηςτωναμυντικότατων
Accusativeτηναμυντικότατητιςαμυντικότατες
Vocative αμυντικότατη αμυντικότατες
Neuter
SingularPlural
Nominativeτοαμυντικότατοτααμυντικότατα
Genitiveτουαμυντικότατουτωναμυντικότατων
Accusativeτοαμυντικότατοτααμυντικότατα
Vocative αμυντικότατο αμυντικότατα

αμυντικός n. masc.

SingularPlural
Nominativeοαμυντικόςοιαμυντικοί
Genitiveτουαμυντικούτωναμυντικών
Accusativeτοναμυντικότουςαμυντικούς
Vocative αμυντικέ αμυντικοί

αμυντική n. fem.

SingularPlural
Nominativeηαμυντική & αμυντικόςοιαμυντικές & αμυντικοί
Genitiveτηςαμυντικής & αμυντικούτωναμυντικών
Accusativeτηναμυντική & αμυντικότιςαμυντικές & αμυντικούς
Vocative αμυντικέ & αμυντική αμυντικές & αμυντικοί

Synonyms - Antonyms

αμυντικός n.

Sμπακ, οπισθοφύλακας learn


αμυντικός adj.

Aεπιθετικός1: αμυντικά όπλα


5 of 10



For our guests, Lexiscope has a daily usage limit of 10 words. Sign up for free to take advantage of 30 words per day.

Alternately, you can purchase our mobile version Lexiscope Mobile App for unlimited usage.