Λεξισκόπιο: φιξάρω

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

φι-ξά-ρω

Μορφολογία

φιξάρω ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφιξάρωφιξάρουμε & φιξάρομε διαλ.
Βφιξάρειςφιξάρετε
Γφιξάρειφιξάρουν & φιξάρουνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βφιξάριζεφιξάρετε
Ενεστώτας-Μετοχήφιξάροντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφιξάρισαφιξάραμε
Βφιξάρισεςφιξάρατε
Γφιξάρισεφιξάρισαν & φιξάραν προφ. & φιξάρανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφιξάρωφιξάρουμε & φιξάρομε διαλ.
Βφιξάρειςφιξάρετε
Γφιξάρειφιξάρουν & φιξάρουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βφιξάρισεφιξάρετε
Αόριστος-Απαρέμφατοφιξάρει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφιξάριζαφιξάραμε
Βφιξάριζεςφιξάρατε
Γφιξάριζεφιξάριζαν & φιξάρονταν & φιξάραν προφ. & φιξάρανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφιξάρομαιφιξαριζόμαστε
Βφιξάρεσαιφιξάρεστε & φιξαριζόσαστε προφ.
Γφιξάρεταιφιξάρονται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βφιξάρεστε
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφιξαρίστηκαφιξαριστήκαμε
Βφιξαρίστηκεςφιξαριστήκατε
Γφιξαρίστηκεφιξαρίστηκαν & φιξαριστήκαν προφ. & φιξαριστήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφιξαριστώφιξαριστούμε
Βφιξαριστείςφιξαριστείτε
Γφιξαριστείφιξαριστούν & φιξαριστούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βφιξαρίσουφιξαριστείτε
Αόριστος-Απαρέμφατοφιξαριστεί
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφιξαριζόμουν & φιξαριζόμουνα προφ. φιξαριζόμασταν & φιξαριζόμαστε
Βφιξαριζόσουν & φιξαριζόσουνα προφ. φιξαριζόσασταν & φιξαριζόσαστε προφ.
Γφιξαριζόταν & φιξαριζότανε προφ. φιξαρίζονταν & φιξαριζόντανε προφ. & φιξαριζόντουσαν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήφιξαρισμένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

φιξάρω ρήμ.

  1. Σσταθεροποιώ2: Πρέπει να φιξάρεις το χρώμα.
  2. Σοριστικοποιώ: Πάρε με τηλέφωνο να φιξάρουμε το ραντεβού.

6 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.