Λεξισκόπιο: φιλάω

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

φι-λά-ω

Μορφολογία

φιλάω ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφιλώ & φιλάω προφ. φιλάμε & φιλούμε
Βφιλάςφιλάτε
Γφιλά & φιλάει προφ. φιλούν & φιλάν προφ. & φιλάνε προφ. & φιλούνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βφίλα προφ. & φίλαγε προφ. φιλάτε
Ενεστώτας-Μετοχήφιλώντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφίλησαφιλήσαμε
Βφίλησεςφιλήσατε
Γφίλησεφίλησαν & φιλήσαν προφ. & φιλήσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφιλήσωφιλήσουμε & φιλήσομε διαλ.
Βφιλήσειςφιλήσετε
Γφιλήσειφιλήσουν & φιλήσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βφίλησε & φίλα προφ. φιλήσετε & φιλήστε
Αόριστος-Απαρέμφατοφιλήσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφιλούσα & φίλαγα προφ. φιλούσαμε & φιλάγαμε προφ.
Βφιλούσες & φίλαγες προφ. φιλούσατε & φιλάγατε προφ.
Γφιλούσε & φίλαγε προφ. φιλούσαν & φίλαγαν προφ. & φιλάγαν προφ. & φιλάγανε προφ. & φιλούσανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφιλιέμαιφιλιόμαστε
Βφιλιέσαιφιλιέστε & φιλιόσαστε προφ.
Γφιλιέταιφιλιούνται & φιλιόνται προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βφιλιέστε
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφιλήθηκαφιληθήκαμε
Βφιλήθηκεςφιληθήκατε
Γφιλήθηκεφιλήθηκαν & φιληθήκαν προφ. & φιληθήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφιληθώφιληθούμε
Βφιληθείςφιληθείτε
Γφιληθείφιληθούν & φιληθούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βφιλήσουφιληθείτε
Αόριστος-Απαρέμφατοφιληθεί
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αφιλιόμουν & φιλιόμουνα προφ. φιλιόμασταν & φιλιόμαστε
Βφιλιόσουν & φιλιόσουνα προφ. φιλιόσασταν & φιλιόσαστε προφ.
Γφιλιόταν & φιλιότανε προφ. φιλιούνταν & φιλιόνταν & φιλιόντανε προφ. & φιλιόντουσαν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήφιλημένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

φιλάω ρήμ.

Σ: δίνω φιλί, ασπάζομαι1 λόγ.

ΕΚΦ: φιλάω σταυρό


7 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.