Λεξισκόπιο: σφαγιάζω

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

σφα-γι-ά-ζω

Μορφολογία

σφαγιάζω ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφαγιάζωσφαγιάζουμε & σφαγιάζομε διαλ.
Βσφαγιάζειςσφαγιάζετε
Γσφαγιάζεισφαγιάζουν & σφαγιάζουνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βσφαγίαζεσφαγιάζετε
Ενεστώτας-Μετοχήσφαγιάζοντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφαγίασασφαγιάσαμε
Βσφαγίασεςσφαγιάσατε
Γσφαγίασεσφαγίασαν & σφαγιάσαν προφ. & σφαγιάσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφαγιάσωσφαγιάσουμε & σφαγιάσομε διαλ.
Βσφαγιάσειςσφαγιάσετε
Γσφαγιάσεισφαγιάσουν & σφαγιάσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βσφαγίασεσφαγιάστε
Αόριστος-Απαρέμφατοσφαγιάσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφαγίαζασφαγιάζαμε
Βσφαγίαζεςσφαγιάζατε
Γσφαγίαζεσφαγίαζαν & σφαγιάζαν προφ. & σφαγιάζανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφαγιάζομαισφαγιαζόμαστε
Βσφαγιάζεσαισφαγιάζεστε & σφαγιαζόσαστε προφ.
Γσφαγιάζεταισφαγιάζονται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βσφαγιάζεστε
Ενεστώτας-Μετοχήσφαγιαζόμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφαγιάστηκα & σφαγιάσθηκα λόγ. σφαγιαστήκαμε & σφαγιασθήκαμε λόγ.
Βσφαγιάστηκες & σφαγιάσθηκες λόγ. σφαγιαστήκατε & σφαγιασθήκατε λόγ.
Γσφαγιάστηκε & σφαγιάσθηκε λόγ. σφαγιάστηκαν & σφαγιάσθηκαν λόγ. & σφαγιαστήκαν προφ. & σφαγιαστήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφαγιαστώ & σφαγιασθώ λόγ. σφαγιαστούμε & σφαγιασθούμε λόγ.
Βσφαγιαστείς & σφαγιασθείς λόγ. σφαγιαστείτε & σφαγιασθείτε λόγ.
Γσφαγιαστεί & σφαγιασθεί λόγ. σφαγιαστούν & σφαγιασθούν λόγ. & σφαγιασθούνε λόγ. & σφαγιαστούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βσφαγιάσουσφαγιαστείτε & σφαγιασθείτε λόγ.
Αόριστος-Απαρέμφατοσφαγιαστεί & σφαγιασθεί λόγ.
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ασφαγιαζόμουν & σφαγιαζόμουνα προφ. σφαγιαζόμασταν & σφαγιαζόμαστε
Βσφαγιαζόσουν & σφαγιαζόσουνα προφ. σφαγιαζόσασταν & σφαγιαζόσαστε προφ.
Γσφαγιαζόταν & σφαγιαζότανε προφ. σφαγιάζονταν & σφαγιαζόντανε προφ. & σφαγιαζόντουσαν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήσφαγιασμένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

σφαγιάζω ρήμ. λόγ.

  1. Σσφάζω1
  2. Σαιματοκυλίζω, μακελεύω λαϊκ.
  3. Σκαταπατώ

1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.