Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
ο-μο-φω-νί-α
ομοφωνία ουσ. θηλ.
|
ομοφωνία ουσ.
ομο- [omo]
ομό- [omó] όταν ο τόνος ανεβαίνει στο αʹ συστατικό
ομ- [om] και όμ- [óm] πριν από φωνήεν
Προέρχεται από το αρχαίο επίθετο ομός (= κοινός).
1. Όμοιο ή κοινό
Το ομο- είναι λόγιας προέλευσης και σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν ότι δύο ή περισσότερα πράγματα είναι ίδια ως προς κάποιο χαρακτηριστικό τους ή ότι μοιράζονται το ίδιο στοιχείο. Για παράδειγμα, ομογλωσσία μέσα σε μία κοινότητα σημαίνει ότι όλοι μιλούν την ίδια γλώσσα· δύο κύκλοι είναι ομόκεντροι όταν έχουν το ίδιο κέντρο.
ομογένεια | όμαιμος, -η, -ο | ομογνωμώ | ομοθυμαδόν |
ομογλωσσία | ομογάστριος, -α, -ο | ομονοώ | |
ομοδικία | ομογενής, -ής, -ές | ομοφρονώ | |
ομοϊδεάτης (θηλ. -ισσα) | ομόγλωσσος, -η, -ο | ομοφωνώ | |
ομόνοια | ομόγραφος, -η, -ο | ||
ομοσπονδία | ομόδοξος, -η, -ο | ||
ομοψηφία | ομόηχος, -η, -ο | ||
ομωνυμία (γλωσσ.) | ομόθρησκος, -η, -ο | ||
ομόκεντρος, -η, -ο | |||
ομομήτριος, -α, -ο | |||
ομοούσιος, -α, -ο | |||
ομόρρυθμος, -η, -ο (νομ.) | |||
ομότεχνος, -η, -ο | |||
ομοτράπεζος, -η, -ο | |||
ομόφυλος, -η, -ο | |||
ομοφυλόφιλος, -η, -ο | |||
ομόφωνος, -η, -ο | |||
ομόχρονος, -η, -ο | |||
ομόψυχος, -η, -ο |
-φων-
Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -φων- αναφέρονται στη χρήση της φωνής, είτε για την εκφορά προφορικού λόγου και γνώμης είτε (σπανιότερα) για την εκφορά μουσικού λόγου.Το συστατικό -φων- προέρχεται από το ουσιαστικό φωνή. Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:
Ρήματα
-φωνώ [fonó]
Για παράδειγμα, όταν μαγνητοφωνούμε κάποιον, καταγράφουμε τη φωνή του σε μαγνητική ταινία· όταν δύο άνθρωποι ομοφωνούν έχουν την ίδια γνώμη για κάτι.
Ουσιαστικά
-φώνημα [fónima]
Για παράδειγμα, όταν κάνουμε ένα τηλεφώνημα, τηλεφωνούμε σε κάποιον, τον καλούμε μέσω του τηλεφώνου.
-φώνηση [fónisi]
Για παράδειγμα, η εκφώνηση είναι η ενέργεια του εκφωνώ.
-φωνία [fonía]
Για παράδειγμα, ορθοφωνία είναι η σωστή προφορά των λέξεων· διαφωνία είναι η διαφορά απόψεων για ένα θέμα.
-φωνο [fono]
Για παράδειγμα, το τηλέφωνο είναι η συσκευή που επιτρέπει τη συνομιλία μεταξύ δύο ανθρώπων που βρίσκονται σε απόσταση· το ξυλόφωνο είναι μουσικό όργανο που αποτελείται από λεπτές και παράλληλες ξύλινες πλάκες που παράγουν ήχο όταν τις χτυπάμε.
✔ Οι περισσότερες από αυτές τις λέξεις προέρχονται από ξένες λέξεις με βʹ συστατικό -phone το οποίο προέρχεται από το ουσιαστικό της αρχαίας ελληνικής φωνή (π.χ. τηλέφωνο - αγγλ. telephone ή γαλλ. téléphone, μικρόφωνο - microphone, ραδιόφωνο - radiophone).
-φωνος [fonos] (αρσ. και θηλ.)
(μους.) Το -φωνος σχηματίζει λέξεις που αναφέρονται στο ύψος του τόνου στο οποίο μπορεί να τραγουδάει ένας τραγουδιστής της όπερας.
Επίθετα
-φωνος [fonos], -φωνη, -φωνο
Για παράδειγμα, ο παράφωνος δεν τραγουδάει σωστά, η φωνή του δεν έχει μουσική αρμονία· όταν μένουμε άφωνοι χάνουμε τη φωνή μας, δεν μπορούμε να μιλήσουμε (συνήθως από έκπληξη).
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΗ ΣΗΜΑΣΙΑ
•Το -φωνος σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν τη χρήση μιας συγκεκριμένης γλώσσας. Για παράδειγμα, οι ελληνόφωνοι μιλούν ελληνικά.
6 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΣΗΜΑΣΙΕΣ
•Σε ορισμένες λέξεις, το ομο- αναφέρεται στους ομοφυλόφιλους.
ομοφοβία
ομοφοβικός, -ή, -ό
•Η λέξη ομοβροντία δηλώνει τα ταυτόχρονα πολλαπλά πυρά ή κατηγορίες εναντίον κάποιου.
⇨ Για λέξεις με παρόμοια σημασία βλ. ταυτο-* (π.χ. ομόχρονος - ταυτόχρονος).
ΑΝΤ Τα αντίθετα σε αυτή τη σημασία σχηματίζονται με το ετερο-* (π.χ. ομόχρονος ≠ ετερόχρονος) ή με το αλλο-* (π.χ. ομόθρησκος ≠ αλλόθρησκος).