Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
λι-γό-φα-γος
λιγόφαγος επίθ.
Αρσενικό |
| |||||||||||||||||||||||||
Θηλυκό |
| |||||||||||||||||||||||||
Ουδέτερο |
|
λιγόφαγος επίθ.
Σ: λιτοδίαιτος Α: φαγάς προφ.
λιγο- [liɣo]
λιγό- [liɣó] όταν ο τόνος ανεβαίνει στο αʹ συστατικό
λιγ- [liɣ] πριν από φωνήεν
Προέρχεται από το επίθετο λίγος.
1. Μικρός βαθμός
Το λιγο- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν ότι μία κατάσταση ή μία ιδιότητα υπάρχει σε μικρό βαθμό. Για παράδειγμα, λιγομίλητος είναι αυτός που μιλάει λίγο.
λιγοψυχιά | λιγόζωος, -η, -ο |
λιγόκαρδος, -η, -ο | |
λιγόλογος, -η, -ο | |
λιγομίλητος, -η, -ο | |
λιγόφαγος, -η, -ο | |
λιγόψυχος, -η, -ο |
Λέξεις με άλλες σημασίες
Η λέξη λιγοθυμάω προέρχεται από το λιποθυμάω.
-φαγ-
Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -φαγ- αναφέρονται στη διαδικασία λήψης της τροφής.Το συστατικό -φαγ- προέρχεται από το θέμα του αορίστου του αρχαίου ρήματος εσθίω (= τρώω). Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:
Ουσιαστικά
-φαγία [fajía]
Για παράδειγμα, η κρεατοφαγία είναι η κατανάλωση κρέατος· η ξηροφαγία είναι το πρόχειρο γεύμα με ξηρά τροφή (ψωμί, τυρί, ελιές).
-φάγος [fáγos]
Για παράδειγμα, ο βιβλιοφάγος διαβάζει πολλά βιβλία, ενώ ο ξυλοφάγος είναι είδος λίμας ειδικής για ξύλα.
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΗ ΣΗΜΑΣΙΑ
•Σύμφωνα με την ορθόδοξη χριστιανική παράδοση, Τυροφάγος λέγεται η τελευταία εβδομάδα της Aποκριάς, πριν από την Kαθαρή Δευτέρα, γιατί απαγορεύεται το κρέας και γι' αυτό καταναλώνονται κυρίως γαλακτοκομικά προϊόντα.
Επίθετα
-φαγικός [fajikós], -φαγική, -φαγικό
Για παράδειγμα, μια κρεατοφαγική διατροφή βασίζεται στην κατανάλωση κρέατος.
-φαγος [faγos], -φαγη, -φαγο
Για παράδειγμα, ο λιγόφαγος δεν τρώει πολύ, αρκείται σε λίγο φαγητό.
-φάγος [fáγos], -φάγος, -φάγο
Για παράδειγμα, ο χορτοφάγος τρώει μόνο λαχανικά και τροφές με φυτικές ίνες· ο αδηφάγος τρώει με βουλιμία μεγάλη ποσότητα φαγητού.
✔ Πολλά από αυτά τα επίθετα έχουν μετατραπεί σε ουσιαστικά (π.χ. χορτοφάγος, κρεατοφάγος, ανθρωποφάγος).
6 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.
✔ Ορισμένες λέξεις με λιγο- έχουν λογιότερους τύπους με το ολιγο-* (π.χ. λιγόλογος - ολιγόλογος).