Λεξισκόπιο: κλασικός

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

κλα-σι-κός

Μορφολογία

κλασικός επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοκλασικόςοικλασικοί
Γενικήτουκλασικούτωνκλασικών
Αιτιατικήτονκλασικότουςκλασικούς
Κλητική κλασικέ κλασικοί
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηκλασικήοικλασικές
Γενικήτηςκλασικήςτωνκλασικών
Αιτιατικήτηνκλασικήτιςκλασικές
Κλητική κλασική κλασικές
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοκλασικότακλασικά
Γενικήτουκλασικούτωνκλασικών
Αιτιατικήτοκλασικότακλασικά
Κλητική κλασικό κλασικά

κλασικότερος επίθ. συγκρ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοκλασικότεροςοικλασικότεροι
Γενικήτουκλασικότερουτωνκλασικότερων
Αιτιατικήτονκλασικότεροτουςκλασικότερους
Κλητική κλασικότερε κλασικότεροι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηκλασικότερηοικλασικότερες
Γενικήτηςκλασικότερηςτωνκλασικότερων
Αιτιατικήτηνκλασικότερητιςκλασικότερες
Κλητική κλασικότερη κλασικότερες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοκλασικότεροτακλασικότερα
Γενικήτουκλασικότερουτωνκλασικότερων
Αιτιατικήτοκλασικότεροτακλασικότερα
Κλητική κλασικότερο κλασικότερα

κλασικότατος επίθ. υπερθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοκλασικότατοςοικλασικότατοι
Γενικήτουκλασικότατουτωνκλασικότατων
Αιτιατικήτονκλασικότατοτουςκλασικότατους
Κλητική κλασικότατε κλασικότατοι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηκλασικότατηοικλασικότατες
Γενικήτηςκλασικότατηςτωνκλασικότατων
Αιτιατικήτηνκλασικότατητιςκλασικότατες
Κλητική κλασικότατη κλασικότατες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοκλασικότατοτακλασικότατα
Γενικήτουκλασικότατουτωνκλασικότατων
Αιτιατικήτοκλασικότατοτακλασικότατα
Κλητική κλασικότατο κλασικότατα

κλασικός ουσ. αρσ.

ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοκλασικόςοικλασικοί
Γενικήτουκλασικούτωνκλασικών
Αιτιατικήτονκλασικότουςκλασικούς
Κλητική κλασικέ κλασικοί

Συνώνυμα - Αντίθετα

κλασικός επίθ.

  1. Αμοντέρνος2: κλασικά έπιπλα
  2. Σσυνηθισμένος2, κοινός3: κλασική περίπτωση Αασυνήθιστος2, σπάνιος1

7 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.