Λεξισκόπιο: κελαηδάει

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

κε-λαη-δά-ει

Μορφολογία

κελαηδάω ρήμ. μόνο ενεργητική

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακελαηδάω & κελαηδώκελαηδάμε & κελαηδούμε
Βκελαηδάςκελαηδάτε
Γκελαηδά & κελαηδάεικελαηδάνε & κελαηδούν & κελαηδάν προφ. & κελαηδούνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βκελάηδα προφ. & κελάηδαγε προφ. κελαηδάτε
Ενεστώτας-Μετοχήκελαηδώντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακελάηδησακελαηδήσαμε
Βκελάηδησεςκελαηδήσατε
Γκελάηδησεκελάηδησαν & κελαηδήσαν προφ. & κελαηδήσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακελαηδήσωκελαηδήσουμε & κελαηδήσομε διαλ.
Βκελαηδήσειςκελαηδήσετε
Γκελαηδήσεικελαηδήσουν & κελαηδήσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βκελάηδησε & κελάηδα προφ. κελαηδήστε
Αόριστος-Απαρέμφατοκελαηδήσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακελαηδούσα & κελάηδαγα προφ. κελαηδούσαμε & κελαηδάγαμε προφ.
Βκελαηδούσες & κελάηδαγες προφ. κελαηδούσατε & κελαηδάγατε προφ.
Γκελαηδούσε & κελάηδαγε προφ. κελαηδούσαν & κελάηδαγαν προφ. & κελαηδάγαν προφ. & κελαηδάγανε προφ. & κελαηδούσανε προφ.

Συνώνυμα - Αντίθετα

κελαηδάω ρήμ.

  1.  προφ. Σπαρλάρω προφ., φλυαρώ1: Όλη την ώρα κελαηδάει στο τηλέφωνο.
  2.  προφ. Σομολογώ: Κελάηδησε στην αστυνομία.

κελαηδάει

Σλαλάει1 προφ., τραγουδάει


6 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.