Λεξισκόπιο: καραφλιάζω

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

κα-ρα-φλιά-ζω

Μορφολογία

καραφλιάζω ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακαραφλιάζωκαραφλιάζουμε & καραφλιάζομε διαλ.
Βκαραφλιάζειςκαραφλιάζετε
Γκαραφλιάζεικαραφλιάζουν & καραφλιάζουνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βκαράφλιαζεκαραφλιάζετε
Ενεστώτας-Μετοχήκαραφλιάζοντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακαράφλιασακαραφλιάσαμε
Βκαράφλιασεςκαραφλιάσατε
Γκαράφλιασεκαράφλιασαν & καραφλιάσαν προφ. & καραφλιάσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακαραφλιάσωκαραφλιάσουμε & καραφλιάσομε διαλ.
Βκαραφλιάσειςκαραφλιάσετε
Γκαραφλιάσεικαραφλιάσουν & καραφλιάσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βκαράφλιασεκαραφλιάστε
Αόριστος-Απαρέμφατοκαραφλιάσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ακαράφλιαζακαραφλιάζαμε
Βκαράφλιαζεςκαραφλιάζατε
Γκαράφλιαζεκαράφλιαζαν & καραφλιάζαν προφ. & καραφλιάζανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Παρακείμενος-Μετοχήκαραφλιασμένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

καραφλιάζω ρήμ. προφ.

  1. Σ: πέφτουν τα μαλλιά μου, αποκτώ φαλάκρα
  2. Στρελαίνω4 προφ., κουφαίνω2 προφ.
  3. Σκουφαίνομαι

2 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.