Λεξισκόπιο: ευτυχής

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

ευ-τυ-χής

Μορφολογία

ευτυχής επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοευτυχήςοιευτυχείς
Γενικήτουευτυχούςτωνευτυχών
Αιτιατικήτονευτυχήτουςευτυχείς
Κλητική ευτυχή & ευτυχής ευτυχείς
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηευτυχήςοιευτυχείς
Γενικήτηςευτυχούςτωνευτυχών
Αιτιατικήτηνευτυχήτιςευτυχείς
Κλητική ευτυχή & ευτυχής ευτυχείς
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοευτυχέςταευτυχή
Γενικήτουευτυχούςτωνευτυχών
Αιτιατικήτοευτυχέςταευτυχή
Κλητική ευτυχές ευτυχή

ευτυχέστερος επίθ. συγκρ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοευτυχέστεροςοιευτυχέστεροι
Γενικήτουευτυχέστερουτωνευτυχέστερων
Αιτιατικήτονευτυχέστεροτουςευτυχέστερους
Κλητική ευτυχέστερε ευτυχέστεροι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηευτυχέστερηοιευτυχέστερες
Γενικήτηςευτυχέστερηςτωνευτυχέστερων
Αιτιατικήτηνευτυχέστερητιςευτυχέστερες
Κλητική ευτυχέστερη ευτυχέστερες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοευτυχέστεροταευτυχέστερα
Γενικήτουευτυχέστερουτωνευτυχέστερων
Αιτιατικήτοευτυχέστεροταευτυχέστερα
Κλητική ευτυχέστερο ευτυχέστερα

ευτυχέστατος επίθ. υπερθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοευτυχέστατοςοιευτυχέστατοι
Γενικήτουευτυχέστατουτωνευτυχέστατων
Αιτιατικήτονευτυχέστατοτουςευτυχέστατους
Κλητική ευτυχέστατε ευτυχέστατοι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηευτυχέστατηοιευτυχέστατες
Γενικήτηςευτυχέστατηςτωνευτυχέστατων
Αιτιατικήτηνευτυχέστατητιςευτυχέστατες
Κλητική ευτυχέστατη ευτυχέστατες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοευτυχέστατοταευτυχέστατα
Γενικήτουευτυχέστατουτωνευτυχέστατων
Αιτιατικήτοευτυχέστατοταευτυχέστατα
Κλητική ευτυχέστατο ευτυχέστατα

Συνώνυμα - Αντίθετα

ευτυχής επίθ.

  1. Σευτυχισμένος Αδυστυχής1 λόγ.
  2. Σκαλότυχος Αατυχής3 λόγ.
  3. Σπετυχημένος2: ευτυχής επιλογή Αανεπιτυχής

7 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.