Λεξισκόπιο: εσωτερικό

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

ε-σω-τε-ρι-κό

Μορφολογία

εσωτερικό ουσ. ουδ. μόνο ενικός

Ενικός
Ονομαστικήτοεσωτερικό
Γενικήτουεσωτερικού
Αιτιατικήτοεσωτερικό
Κλητική εσωτερικό

εσωτερικός επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοεσωτερικόςοιεσωτερικοί
Γενικήτουεσωτερικούτωνεσωτερικών
Αιτιατικήτονεσωτερικότουςεσωτερικούς
Κλητική εσωτερικέ εσωτερικοί
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηεσωτερικήοιεσωτερικές
Γενικήτηςεσωτερικήςτωνεσωτερικών
Αιτιατικήτηνεσωτερικήτιςεσωτερικές
Κλητική εσωτερική εσωτερικές
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοεσωτερικόταεσωτερικά
Γενικήτουεσωτερικούτωνεσωτερικών
Αιτιατικήτοεσωτερικόταεσωτερικά
Κλητική εσωτερικό εσωτερικά

Συνώνυμα - Αντίθετα

εσωτερικό ουσ.

  1. Σενδότερα1 λόγ.: το εσωτερικό του σπιτιού Αεξωτερικό1
  2. Σημεδαπή λόγ.: πτήσεις εσωτερικού
  3. Σμεσόγεια: το εσωτερικό της Μικράς Ασίας Απαράλια
  4. Σενδοχώρα2 Αμεθόριος

εσωτερικός επίθ.

  1. Σεσώτερος, ενδότερος1 λόγ., μέσα: εσωτερικά όργανα / εσωτερικός διάκοσμος Αεξωτερικός1, έξω
  2. Αεξωτερικός: εσωτερική και εξωτερική πολιτική / εσωτερικός διαγωνισμός
  3. Σενδογενής λόγ. Αεξωγενής
  4. Σηθικός2, ψυχικός2: άνθρωπος με πλούσιο εσωτερικό κόσμο
  5. Σοικότροφος, τρόφιμος: Εισήχθη ως εσωτερικός ασθενής σε μεγάλη πολυκλινική.

7 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.