Λεξισκόπιο: ελκυστικός

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

ελ-κυ-στι-κός

Μορφολογία

ελκυστικός επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοελκυστικόςοιελκυστικοί
Γενικήτουελκυστικούτωνελκυστικών
Αιτιατικήτονελκυστικότουςελκυστικούς
Κλητική ελκυστικέ ελκυστικοί
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηελκυστικήοιελκυστικές
Γενικήτηςελκυστικήςτωνελκυστικών
Αιτιατικήτηνελκυστικήτιςελκυστικές
Κλητική ελκυστική ελκυστικές
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοελκυστικόταελκυστικά
Γενικήτουελκυστικούτωνελκυστικών
Αιτιατικήτοελκυστικόταελκυστικά
Κλητική ελκυστικό ελκυστικά

ελκυστικότερος επίθ. συγκρ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοελκυστικότεροςοιελκυστικότεροι
Γενικήτουελκυστικότερουτωνελκυστικότερων
Αιτιατικήτονελκυστικότεροτουςελκυστικότερους
Κλητική ελκυστικότερε ελκυστικότεροι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηελκυστικότερηοιελκυστικότερες
Γενικήτηςελκυστικότερηςτωνελκυστικότερων
Αιτιατικήτηνελκυστικότερητιςελκυστικότερες
Κλητική ελκυστικότερη ελκυστικότερες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοελκυστικότεροταελκυστικότερα
Γενικήτουελκυστικότερουτωνελκυστικότερων
Αιτιατικήτοελκυστικότεροταελκυστικότερα
Κλητική ελκυστικότερο ελκυστικότερα

ελκυστικότατος επίθ. υπερθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοελκυστικότατοςοιελκυστικότατοι
Γενικήτουελκυστικότατουτωνελκυστικότατων
Αιτιατικήτονελκυστικότατοτουςελκυστικότατους
Κλητική ελκυστικότατε ελκυστικότατοι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηελκυστικότατηοιελκυστικότατες
Γενικήτηςελκυστικότατηςτωνελκυστικότατων
Αιτιατικήτηνελκυστικότατητιςελκυστικότατες
Κλητική ελκυστικότατη ελκυστικότατες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοελκυστικότατοταελκυστικότατα
Γενικήτουελκυστικότατουτωνελκυστικότατων
Αιτιατικήτοελκυστικότατοταελκυστικότατα
Κλητική ελκυστικότατο ελκυστικότατα

Συνώνυμα - Αντίθετα

ελκυστικός επίθ.

Σθελκτικός, γοητευτικός1, δελεαστικός, λαχταριστός2


1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.