Λεξισκόπιο: ελεεινός

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

ε-λε-ει-νός

Μορφολογία

ελεεινός επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοελεεινόςοιελεεινοί
Γενικήτουελεεινούτωνελεεινών
Αιτιατικήτονελεεινότουςελεεινούς
Κλητική ελεεινέ ελεεινοί
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηελεεινήοιελεεινές
Γενικήτηςελεεινήςτωνελεεινών
Αιτιατικήτηνελεεινήτιςελεεινές
Κλητική ελεεινή ελεεινές
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοελεεινόταελεεινά
Γενικήτουελεεινούτωνελεεινών
Αιτιατικήτοελεεινόταελεεινά
Κλητική ελεεινό ελεεινά

ελεεινότερος επίθ. συγκρ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοελεεινότεροςοιελεεινότεροι
Γενικήτουελεεινότερουτωνελεεινότερων
Αιτιατικήτονελεεινότεροτουςελεεινότερους
Κλητική ελεεινότερε ελεεινότεροι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηελεεινότερηοιελεεινότερες
Γενικήτηςελεεινότερηςτωνελεεινότερων
Αιτιατικήτηνελεεινότερητιςελεεινότερες
Κλητική ελεεινότερη ελεεινότερες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοελεεινότεροταελεεινότερα
Γενικήτουελεεινότερουτωνελεεινότερων
Αιτιατικήτοελεεινότεροταελεεινότερα
Κλητική ελεεινότερο ελεεινότερα

ελεεινότατος επίθ. υπερθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοελεεινότατοςοιελεεινότατοι
Γενικήτουελεεινότατουτωνελεεινότατων
Αιτιατικήτονελεεινότατοτουςελεεινότατους
Κλητική ελεεινότατε ελεεινότατοι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηελεεινότατηοιελεεινότατες
Γενικήτηςελεεινότατηςτωνελεεινότατων
Αιτιατικήτηνελεεινότατητιςελεεινότατες
Κλητική ελεεινότατη ελεεινότατες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοελεεινότατοταελεεινότατα
Γενικήτουελεεινότατουτωνελεεινότατων
Αιτιατικήτοελεεινότατοταελεεινότατα
Κλητική ελεεινότατο ελεεινότατα

Συνώνυμα - Αντίθετα

ελεεινός επίθ.

  1. Σαχρείος, ποταπός, τιποτένιος2
  2. Σοικτρός1, αξιοθρήνητος, άθλιος3

9 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.