Λεξισκόπιο: εκφοβίζω

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

εκ-φο-βί-ζω

Μορφολογία

εκφοβίζω ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεκφοβίζωεκφοβίζουμε & εκφοβίζομε διαλ.
Βεκφοβίζειςεκφοβίζετε
Γεκφοβίζειεκφοβίζουν & εκφοβίζουνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βεκφόβιζεεκφοβίζετε
Ενεστώτας-Μετοχήεκφοβίζοντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεκφόβισαεκφοβίσαμε
Βεκφόβισεςεκφοβίσατε
Γεκφόβισεεκφόβισαν & εκφοβίσαν προφ. & εκφοβίσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεκφοβίσωεκφοβίσουμε & εκφοβίσομε διαλ.
Βεκφοβίσειςεκφοβίσετε
Γεκφοβίσειεκφοβίσουν & εκφοβίσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βεκφόβισεεκφοβίσετε & εκφοβίστε
Αόριστος-Απαρέμφατοεκφοβίσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεκφόβιζαεκφοβίζαμε
Βεκφόβιζεςεκφοβίζατε
Γεκφόβιζεεκφόβιζαν & εκφοβίζαν προφ. & εκφοβίζανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεκφοβίζομαιεκφοβιζόμαστε
Βεκφοβίζεσαιεκφοβίζεστε & εκφοβιζόσαστε προφ.
Γεκφοβίζεταιεκφοβίζονται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βεκφοβίζεστε
Ενεστώτας-Μετοχήεκφοβιζόμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεκφοβίστηκα & εκφοβίσθηκα λόγ. εκφοβιστήκαμε & εκφοβισθήκαμε λόγ.
Βεκφοβίστηκες & εκφοβίσθηκες λόγ. εκφοβιστήκατε & εκφοβισθήκατε λόγ.
Γεκφοβίστηκε & εκφοβίσθηκε λόγ. εκφοβίστηκαν & εκφοβίσθηκαν λόγ. & εκφοβιστήκαν προφ. & εκφοβιστήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεκφοβιστώ & εκφοβισθώ λόγ. εκφοβιστούμε & εκφοβισθούμε λόγ.
Βεκφοβιστείς & εκφοβισθείς λόγ. εκφοβιστείτε & εκφοβισθείτε λόγ.
Γεκφοβιστεί & εκφοβισθεί λόγ. εκφοβιστούν & εκφοβισθούν λόγ. & εκφοβισθούνε λόγ. & εκφοβιστούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βεκφοβίσουεκφοβιστείτε & εκφοβισθείτε λόγ.
Αόριστος-Απαρέμφατοεκφοβιστεί & εκφοβισθεί λόγ.
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αεκφοβιζόμουν & εκφοβιζόμουνα προφ. εκφοβιζόμασταν & εκφοβιζόμαστε
Βεκφοβιζόσουν & εκφοβιζόσουνα προφ. εκφοβιζόσασταν & εκφοβιζόσαστε προφ.
Γεκφοβιζόταν & εκφοβιζότανε προφ. εκφοβίζονταν & εκφοβιζόντανε προφ. & εκφοβιζόντουσαν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήεκφοβισμένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

εκφοβίζω ρήμ.

Σφοβερίζω1, φοβίζω1, τρομάζω1, τρομοκρατώ2


7 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.