Λεξισκόπιο: διαμεσολαβώ

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

δι-α-με-σο-λα-βώ

Μορφολογία

διαμεσολαβώ ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αδιαμεσολαβώδιαμεσολαβούμε
Βδιαμεσολαβείςδιαμεσολαβείτε
Γδιαμεσολαβείδιαμεσολαβούν & διαμεσολαβούνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βδιαμεσολαβείτε
Ενεστώτας-Μετοχήδιαμεσολαβώντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αδιαμεσολάβησαδιαμεσολαβήσαμε
Βδιαμεσολάβησεςδιαμεσολαβήσατε
Γδιαμεσολάβησεδιαμεσολάβησαν & διαμεσολαβήσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αδιαμεσολαβήσωδιαμεσολαβήσουμε & διαμεσολαβήσομε διαλ.
Βδιαμεσολαβήσειςδιαμεσολαβήσετε
Γδιαμεσολαβήσειδιαμεσολαβήσουν & διαμεσολαβήσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βδιαμεσολάβησεδιαμεσολαβήσετε & διαμεσολαβήστε
Αόριστος-Απαρέμφατοδιαμεσολαβήσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αδιαμεσολαβούσαδιαμεσολαβούσαμε
Βδιαμεσολαβούσεςδιαμεσολαβούσατε
Γδιαμεσολαβούσεδιαμεσολαβούσαν & διαμεσολαβούσανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αδιαμεσολαβούμαιδιαμεσολαβούμαστε
Βδιαμεσολαβείσαιδιαμεσολαβείστε
Γδιαμεσολαβείταιδιαμεσολαβούνται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βδιαμεσολαβείστε
Ενεστώτας-Μετοχήδιαμεσολαβούμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αδιαμεσολαβήθηκαδιαμεσολαβηθήκαμε
Βδιαμεσολαβήθηκεςδιαμεσολαβηθήκατε
Γδιαμεσολαβήθηκεδιαμεσολαβήθηκαν & διαμεσολαβηθήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αδιαμεσολαβηθώδιαμεσολαβηθούμε
Βδιαμεσολαβηθείςδιαμεσολαβηθείτε
Γδιαμεσολαβηθείδιαμεσολαβηθούν & διαμεσολαβηθούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βδιαμεσολαβήσουδιαμεσολαβηθείτε
Αόριστος-Απαρέμφατοδιαμεσολαβηθεί
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Α------
Β------
Γδιαμεσολαβούνταν & διαμεσολαβείτο λόγ. διαμεσολαβούνταν & διαμεσολαβούντο λόγ.
Παρακείμενος-Μετοχήδιαμεσολαβημένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

διαμεσολαβώ ρήμ.

Σμεσολαβώ2, μεσιτεύω


1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.