Λεξισκόπιο: γελοίος

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

γε-λοί-ος

Μορφολογία

γελοίος επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήογελοίοςοιγελοίοι
Γενικήτουγελοίουτωνγελοίων
Αιτιατικήτογελοίοτουςγελοίους
Κλητική γελοίε γελοίοι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηγελοίαοιγελοίες
Γενικήτηςγελοίαςτωνγελοίων
Αιτιατικήτηγελοίατιςγελοίες
Κλητική γελοία γελοίες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτογελοίοταγελοία
Γενικήτουγελοίουτωνγελοίων
Αιτιατικήτογελοίοταγελοία
Κλητική γελοίο γελοία

γελοιότερος επίθ. συγκρ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήογελοιότεροςοιγελοιότεροι
Γενικήτουγελοιότερουτωνγελοιότερων
Αιτιατικήτογελοιότεροτουςγελοιότερους
Κλητική γελοιότερε γελοιότεροι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηγελοιότερηοιγελοιότερες
Γενικήτηςγελοιότερηςτωνγελοιότερων
Αιτιατικήτηγελοιότερητιςγελοιότερες
Κλητική γελοιότερη γελοιότερες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτογελοιότεροταγελοιότερα
Γενικήτουγελοιότερουτωνγελοιότερων
Αιτιατικήτογελοιότεροταγελοιότερα
Κλητική γελοιότερο γελοιότερα

γελοιότατος επίθ. υπερθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήογελοιότατοςοιγελοιότατοι
Γενικήτουγελοιότατουτωνγελοιότατων
Αιτιατικήτογελοιότατοτουςγελοιότατους
Κλητική γελοιότατε γελοιότατοι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηγελοιότατηοιγελοιότατες
Γενικήτηςγελοιότατηςτωνγελοιότατων
Αιτιατικήτηγελοιότατητιςγελοιότατες
Κλητική γελοιότατη γελοιότατες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτογελοιότατοταγελοιότατα
Γενικήτουγελοιότατουτωνγελοιότατων
Αιτιατικήτογελοιότατοταγελοιότατα
Κλητική γελοιότατο γελοιότατα

Συνώνυμα - Αντίθετα

γελοίος επίθ.

  1. Σφαιδρός λόγ., ευτράπελος2 λόγ.: γελοίο υποκείμενο
  2. Σασήμαντος, ανάξιος λόγου: γελοίο ποσό

9 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.