Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
βι-βλι-ο-δε-τώ
Μορφολογία
βιβλιοδετώ ρήμ.
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | βιβλιοδετώ | βιβλιοδετούμε |
Β | βιβλιοδετείς | βιβλιοδετείτε |
Γ | βιβλιοδετεί | βιβλιοδετούν & βιβλιοδετούνε προφ. |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Πληθυντικός |
Β | βιβλιοδετείτε |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | βιβλιοδετώντας |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | βιβλιοδέτησα | βιβλιοδετήσαμε |
Β | βιβλιοδέτησες | βιβλιοδετήσατε |
Γ | βιβλιοδέτησε | βιβλιοδέτησαν & βιβλιοδετήσανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | βιβλιοδετήσω | βιβλιοδετήσουμε & βιβλιοδετήσομε διαλ. |
Β | βιβλιοδετήσεις | βιβλιοδετήσετε |
Γ | βιβλιοδετήσει | βιβλιοδετήσουν & βιβλιοδετήσουνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | βιβλιοδέτησε | βιβλιοδετήσετε & βιβλιοδετήστε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | βιβλιοδετήσει |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | βιβλιοδετούσα | βιβλιοδετούσαμε |
Β | βιβλιοδετούσες | βιβλιοδετούσατε |
Γ | βιβλιοδετούσε | βιβλιοδετούσαν & βιβλιοδετούσανε προφ. |
|
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | βιβλιοδετούμαι | βιβλιοδετούμαστε |
Β | βιβλιοδετείσαι | βιβλιοδετείστε |
Γ | βιβλιοδετείται | βιβλιοδετούνται |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Πληθυντικός |
Β | βιβλιοδετείστε |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | βιβλιοδετούμενος |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | βιβλιοδετήθηκα | βιβλιοδετηθήκαμε |
Β | βιβλιοδετήθηκες | βιβλιοδετηθήκατε |
Γ | βιβλιοδετήθηκε | βιβλιοδετήθηκαν & βιβλιοδετηθήκανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | βιβλιοδετηθώ | βιβλιοδετηθούμε |
Β | βιβλιοδετηθείς | βιβλιοδετηθείτε |
Γ | βιβλιοδετηθεί | βιβλιοδετηθούν & βιβλιοδετηθούνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | βιβλιοδετήσου | βιβλιοδετηθείτε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | βιβλιοδετηθεί |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | --- | --- |
Β | --- | --- |
Γ | βιβλιοδετούνταν & βιβλιοδετείτο λόγ. | βιβλιοδετούνταν & βιβλιοδετούντο λόγ. |
|
Παρακείμενος-Μετοχή | βιβλιοδετημένος |
Συνώνυμα - Αντίθετα
βιβλιοδετώ ρήμ.
Σ: δένω4, σταχώνω παρωχ.
7 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.