Λεξισκόπιο: αρχιμουσικός

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

αρ-χι-μου-σι-κός

Μορφολογία

αρχιμουσικός ουσ. αρσ.

ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοαρχιμουσικόςοιαρχιμουσικοί
Γενικήτουαρχιμουσικούτωναρχιμουσικών
Αιτιατικήτοναρχιμουσικότουςαρχιμουσικούς
Κλητική αρχιμουσικέ αρχιμουσικοί

αρχιμουσικός ουσ. θηλ.

ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηαρχιμουσικόςοιαρχιμουσικοί
Γενικήτηςαρχιμουσικούτωναρχιμουσικών
Αιτιατικήτηναρχιμουσικότιςαρχιμουσικούς
Κλητική αρχιμουσικέ αρχιμουσικοί

Συνώνυμα - Αντίθετα

αρχιμουσικός ουσ.

Σμαέστρος1

Προθήματα - Επιθήματα

αρχι- [arxi]

αρχ- [arx] πριν από [i]
αρχε- [arxe] και αρχέ- [arxé] μόνο με την τρίτη σημασία

Προέρχεται από το αρχαίο αʹ συνθετικό αρχι- από τη ρίζα του ρήματος άρχω (= κυβερνάω).

1. Ανώτερος βαθμός σε ιεραρχία

Το αρχι- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν αυτόν που κατέχει την πρώτη θέση σε μια κλίμακα εξουσίας ή ιεραρχίας ή είναι επικεφαλής μιας ομάδας. Για παράδειγμα, ο αρχίατρος είναι ο γιατρός που έχει την ανώτερη θέση ανάμεσα σε άλλους γιατρούς σε ένα νοσοκομείο.

αρχίατρος, αρχιγραμματέας, αρχιδιάκονος, αρχικτηνίατρος, αρχιλογιστής (θηλ. -ίστρια), αρχιλοχίας, αρχιμάγειρας (θηλ. -ισσα), αρχιμανδρίτης, αρχιμηχανικός, αρχιμουσικός, αρχιπλοίαρχος, αρχιστράτηγος, αρχισυντάκτης (θηλ. -τρια), αρχιφύλακας

ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΗ ΣΗΜΑΣΙΑ

Στον καθημερινό λόγο, λέξεις με το αρχι- δηλώνουν ειρωνικά ότι ένα πρόσωπο έχει μια αρνητική ιδιότητα σε πολύ μεγάλο βαθμό. Για παράδειγμα, ο αρχιτεμπέλης είναι ο πάρα πολύ τεμπέλης.

αρχικλέφτης, αρχιληστής, αρχιμαφιόζος, αρχιτεμπέλης, αρχιψεύτης

2. Πρώτη μέρα

Το αρχι- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν την πρώτη μέρα κάποιου χρονικού διαστήματος. Για παράδειγμα, η αρχιμηνιά είναι η πρώτη μέρα του μήνα.

αρχιμηνιά, αρχιχρονιά

⇨ Για λέξεις με παρόμοια σημασία βλ. πρωτο-* (π.χ. αρχιμηνιά - πρωτομηνιά).

3. Αρχική κατάσταση

Σε παλιότερους σχηματισμούς, το αρχι- (συνήθως αρχέ-) δηλώνει ότι κάτι είναι αρχικό, πρώτο ή πρωτοτυπικό. Για παράδειγμα, ο αρχέγονος είναι αυτός που υπάρχει από την αρχή της δημιουργίας.

αρχεγονία

αρχέγονος, -η, -ο

αρχέτυπο

αρχετυπικός, -ή, -ό

αρχέτυπος, -η, -ο


6 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.